Logo

Τι είπε στην απολογία του ο 39χρονος παραολυμπιονίκης



 
 

tsagarhs 30-3-2017«Δεν είχα καμία πρόθεση να τον σκοτώσω, το μόνο δε που ήθελα ήταν να τον φοβίσω προκειμένου να αφήσει εμένα και την οικογένειά μου ήσυχους. Πώς θα μπορούσα άλλωστε να έχω ανθρωποκτόνο πρόθεση ενόψει της σωματικής κατάστασης στην οποία αφενός μεν βρίσκομαι εγώ, αφετέρου βρισκόταν ο...

ΜΛ; (...)Εκφράζω τη λύπη μου για τη ζωή που χάθηκε».

Τα παραπάνω ανέφερε, μεταξύ άλλων, ο παραολυμπιονίκης της κολύμβησης, Βασίλης Τσαγκάρης απολογούμενος στον ανακριτή για τη δολοφονία του ξενοδόχου Μάριου Λουκόπουλου μέσα στο πρακτορείο του ΟΠΑΠ που διατηρεί στο Μοσχάτο. 

Ο κατηγορούμενος, που μετά την απολογία του τέθηκε σε κατ' οίκον περιορισμό με "ηλεκτρονικό βραχιολάκι", περιέγραψε στον ανακριτή τη δική του εκδοχή για τη σκηνή του εγκλήματος, υποστηρίζοντας ότι το μοιραίο βράδυ δεν είχε καμία πρόθεση να σκοτώσει το θύμα, αλλά μόνο να το απειλήσει.

Ο 39ρονος σε ερώτηση του ανακριτή σχετική με την απενεργοποιηση του κυκλώματος ασφαλείας κατά τη διάρκεια του ραντεβού απάντησε: «Ενόψει του χαρακτήρα του θύματος, ο οποίος είχε την τάση να οδηγεί τον κόσμο στα δικαστήρια, έκρινα σκόπιμο να κλείσω τις κάμερες προκειμένου να μην μπορεί να χρησιμοποιήσει το βιντεοληπτικό υλικό σε περίπτωση κατά την οποία εγώ αναγκαζόμουν να τον απειλήσω. Αλλωστε αν η απενεργοποίηση των καμερών είχε γίνει για άλλο λόγο, το πιο εύκολο για μένα θα ήταν να ξεφορτωθώ τη συσκευή».

Ερωτηση: Ποιά στάση σκόπευες να τηρήσεις απένταντι στο Μάριο Λουκόπουλο κατά τη συνάντησή σας στο πρακτορείο σου;

Απάντηση: Είχα σκοπό να του πω ότι δεν μπορούσα να καταθέσω όσα αναληθή μου ζητούσε εκείνος να καταθεσω για την ΑΚ (σ.σ. πρώην σύζυγος του θύματος) και εκτιμώντας αναλόγως τη στάση του, σε περιπτωση που αυτή ήταν απειλητική κυρίως προς τη μητέρα μου, απλώς να τον φοβήσω επιδεικνύοντας του το όπλο μου, το οποίο ας σημειωθεί ότι δεν ήταν οπλισμένο.

Ο Βασίλης Τσαγκάρης υποστήριξε ότι συναντήθηκε με το θύμα στο πρακτορείο, όπου «είχα κατεβάσει τα ρολά όπως συνηθίζω να κάνω πάντα για λόγους ασφαλείας προτού κλείσω» προκειμένου να μιλήσουν. «Του είπα ότι δεν ήμουν διατεθειμένος να καταθέσω ψέμματα σε βάρος της ΑΚ, ενώ ενόψει των όσων έχει πει εναντίον εμού του ιδίου, του αδελφού μου και της μητέρας μου θα ήταν αδύνατον να καταθέσω οσα εκείνος μου ζητούσε. Τότε εκείνος εξαγριωμένος σηκώθηκε από την καρέκλα του και μου απήυθυνε τις φράσεις: "Ρε κωλ... ανάπηρε, ανίκανε που πήγες με τη γυναίκα μου, τώρα θα δεις πως θα γαμ... εσένα και τη μητέρα σου". Στο άκουσμα των παραπάνω εκφράσεων έβγαλα το πιστόλι από το μαξιλαράκι του αμαξιδίου όπου το κρατούσα και του λέω ότι "έτσι και ξαναπιάσεις τη μητέρα μου στο στόμα σου ρε αυτό (το όπλο) θα σε πηδ...". Εκείνη τη στιγμή μου ορμάει με τα δυο χέρια προκειμένου να μου αρπάξει το πιστόλι. Στη συνέχεια και ενώ τα χέρια του βρίσκονταν πάνω στο όπλο έκανε το γύρο του τραπεζιού συρόμενος πάνω σε αυτό, έφτασε στο πλάι μου, ενώ εγώ δεν μπορούσα να κάνω κάποια κίνηση λόγω των φρένων που είχα θέσει. Τότε φοβούμενος για τη ζωή μου και συγκεκριμένα ότι θα με σκότωνε (ας σημειωθεί ότι εκείνη την ώρα ένιωθα το όπλο να φεύγει από τα χέρια μου) τοποθέτησα τους αγκώνρες μου πάνω στο τραπέζι για να μπορέσω να στηριχθώ και πάνω στην πάλη που ακολούθησε προφανώς ο Μάριος Λουκόπουλος όπλισε το πιστόλι το οποίο εκπυρσοκρότησε περισσότερο από μία φορές. Ταυτόχρονα στη διάρκεια της πάλης εκείνος με εξύβρισε με τις λέξεις: "κωλοπ..., ανάπηρε, άχρηστε, γ... τη μάνα σου" ενώ τον έβριζα κι εγώ.

Στη συνέχεια αφού είχαν προηγηθεί μερικοί πυροβολισμοί μου είπε "αστο κάτω ρε κωλ... με έχει χτυπήσει". Τότε εγώ τον ρώτησα κι ενώ το όπλο εξακολουθούσε να βρίσκεται ανάμεσα στα χέρια μας, εκείνος μου απάντησε ότι τον χτύπησα στο στήθος. (...) σήκωσε κάθετα ένα από τα τραπέζια του πρακτορείου το οδήγησε κατα πάνω μου, οπότε κρατώντας με το ένα μου χέρι το αμαξίδιο μου και με το άλλο μου χέρι πυροβόλησα μια φορά, χωρίς να βλέπω το θύμα το οποίο απλά καταλάβαινα ότι βρισκόταν πίσω από το τραπέζι».

Κι ενώ το θύμα συνέχιζε να εκφενδονίζει -όπως υποστήριξε ο κατηγορούμενος - πράγματα, τον είδε να καλεί κάποιον στο κινητό του τηλέφωνο, λέγοντάς του ότι βρίσκεται εντός του πρακτορείου και ότι τον σκοτώνουν.

«Μετά το τηλεφώνημα αυτό και ενώ εγώ δεν μπορούσα να τον πλησιάσω, λόγω των αναποδογυρισμένων αντικειμένων, με πλησίασε εκείνος και μου έριξε ένα τραπέζι. Πριν το τελευταίο πυροβολισμό που έριξα πίσω από το τραπέζι του είπα "ρε μουν... συνεχίζει να μιλάς για τη μητέρα μου;" ενώ μετά τον πυροβολισμό δεν συνέχισε να μιλάει. Κατευθύνθηκα προς το μέρος του, είδα τμήμα του σώματός του και τον άκουσα να βαριανασαίνει (...) πήρα τα κλειδιά του αυτοκινήτου μου, και κατευθύνθηκα στο ΣΕΦ, στη συνέχεια επειδή εκεί είχε φασαρία κατευθύνθηκα στο TAE KWON DO όπου τηλεφώνησα στη μητέρα μου και εν τέλει οδήγησα στα σπίτι μου».

ΑΝΑΡΤΗΘΗΚΕ 30-3-2017 από directNEWS.gr


Τελευταία Δικαστικά