Logo

Ο Γιάννης Σμπώκος ζητεί την αναίρεση βουλεύματος που τον παραπέμπει σε δίκη για μίζες στα αντιαεροπορικά OSA



 
 

Ο Γιάννης Σμπώκος και τέσσερις συγκατηγορούμενοί του στην υπόθεση με τις μίζες των αντιαεροπορικών συστημάτων OSA, με αίτηση που υπέβαλαν στην Εισαγγελία του Αρείου Πάγου ζητούν την  αναίρεση του βουλεύματος, με το οποίο παραπέμπονται σε δίκη για την εν λόγω δικογραφία.

Ο πρώην διευθυντής Εξοπλισμών του υπουργείου Εθνικής Άμυνας υποστηρίζει στην αίτηση ότι η νέα παραπομπή του έγινε με την επίκληση αποδεικτικών στοιχείων τα οποία, ωστόσο, είναι τα ίδια τραπεζικά εμβάσματα για τα οποία ήδη δικάζεται για δωροδοκία σε ένα άλλο εξοπλιστικό πρόγραμμα, την προμήθεια των TOR M1.

Κάνει λόγο, επίσης, για απόλυτη ακυρότητα της διαδικασίας και παραβίαση της εκκρεμοδικίας, καθώς όπως ισχυρίζεται, παραπέμπεται με δεύτερο αμετάκλητο βούλευμα να δικαστεί για δεύτερη φορά για τον ίδιο λόγο, με ταυτόσημα αποδεικτικά στοιχεία (εμβάσματα), τα οποία έχουν χρησιμοποιηθεί ουσιαστικά εξ αντιγραφής από τμήμα του κατηγορητηρίου για το πρόγραμμα των ρωσικών πυραυλικών συστημάτων TOR-M1.

Χαρακτηριστικά στην αίτησή του αναφέρει, μεταξύ άλλων:  «Στη δικογραφία για τα ΟSΑ δεν υπάρχει κανένα απολύτως άλλο στοιχείο, έγγραφο ή μαρτυρία που να αναφέρεται σε παθητική δωροδοκία στο πρόσωπό μου. Η ανάκριση άνευ εταίρου θεώρησε αυθαιρέτως ότι τα εμβάσματα αυτά δήθεν σχετίζονται με παθητική δωροδοκίας εις βάρος μου, αγνοώντας παράλληλα ότι τα ίδια ακριβώς εμβάσματα συσχετίστηκαν για την ίδια κατηγορία εις βάρος μου (παθητική δωροδοκία) στο αμετάκλητο παραπεμπτικό Βούλευμα του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών για την υπόθεση των TOR-M1, γεγονός το οποίο, οδηγεί σε πασίδηλη εκκρεμοδικία. Τα επίμαχα εμβάσματα είναι ταυτόσημα ως προς τον αποστολέα, ως προς τον παραλήπτη, ως προς τα ποσά και τις ημερομηνίες. Δηλαδή, σε ότι αφορά εμένα, το σύνολο των κατηγοριών της παρούσης υπόθεσης, εμπεριέχεται και ταυτίζεται με το βούλευμα για τα ΤΟR M1.»

Υποστηρίζει, επίσης, ότι εκατοντάδες τραπεζικά έγγραφα, τα οποία απεστάλησαν από τις ελβετικές αρχές με τη διαδικασία της δικαστικής συνδρομής, δεν έχουν μεταφραστεί στην ελληνική γλώσσα, συνεπώς «το βούλευμα πάσχει από απόλυτη ακυρότητα καθώς γίνεται χρήση αυτών των αμετάφραστων εγγράφων».

Επιπλέον θέτει το θέμα της μη διαβίβασης της δικογραφίας στη Βουλή, για τον Ακη Τσοχατζόπουλο, ο οποίος στο παραπεμπτικό βούλευμα θεωρείται «συναυτουργός του στο ξέπλυμα μαύρου χρήματος». Ισχυρίζεται, ειδικότερα, ότι  πράγματι η  δωροδοκία για τον πρώην υπουργό έχει παραγραφεί, λόγω της γνωστής συνταγματικής απαλλακτικής διάταξης για τους υπουργούς,  υπογραμμίζει, ωστόσο, ότι δεν τίθεται  θέμα παραγραφής για το αδίκημα του ξεπλύματος, για το οποίο, όπως αναφέρει, ουδέποτε διαβιβάστηκε η δικογραφία στη Βουλή.

Αυτή η παράλειψη, όπως υποστηρίζει, αποτελεί  ακόμα ένα λόγο αναίρεσης του βουλεύματος, αναφέροντας: «Κατ’ ουδεμία περίπτωση δύναται να χωρίσει, παραδεκτώς, δίωξη και παραπομπή μου, αυτοτελώς από τον φερόμενο ως συναυτουργό υπουργό, στα κοινά ποινικά δικαστήρια , ενόψει της σαφούς συνταγματικής ρυθμίσεως. Στην προκειμένη, όμως, περίπτωση, η ανωτέρω, υποχρεωτική προδικασία δεν ακολουθήθηκε, γεγονός, το οποίο επίσης επιφέρει απαράδεκτο της παρούσης διώξεως, καθιστώντας το πληττόμενο βούλευμα αναιρετέο και εξ αυτής της αιτίας.»

 

ΑΝΑΡΤΗΘΗΚΕ 8-6-2017 από directNEWS.gr


Τελευταία Δικαστικά