Μία από τις μεγαλύτερες εγκληματικές οργανώσεις στη διακίνηση μεταναστών από την Ελλάδα σε άλλες Ευρωπαϊκές χώρες και πλαστογράφησης εγγράφων, εξάρθρωσε η ΕΛΑΣ σε συνεργασία με τις Βρετανικές αρχές. Για την υπόθεση συνελήφθησαν στην Αττική, από αστυνομικούς...
της Υποδιεύθυνσης Αντιμετώπισης Οργανωμένου Εγκλήματος και Εμπορίας Ανθρώπων, 24 μέλη του δικτύου και συγκεκριμένα 17 υπήκοοι Ιράν, 2 υπήκοοι Ιράκ, 2 υπήκοοι Πακιστάν και άλλοι τρεις αλλοδαποί από Αλγερία, Αζερμπαϊτζάν και Τυνησία. Μεταξύ των συλληφθέντων περιλαμβάνεται και το αρχηγικό μέλος. Παράλληλα συγκατηγορούμενοι των συλληφθέντων για τη συμμετοχή τους στις παράνομες δραστηριότητες της οργάνωσης είναι επιπλέον 12 άτομα.
Σε βάρος τους σχηματίστηκε δικογραφία κακουργηματικού χαρακτήρα, για τα - κατά περίπτωση - αδικήματα της σύστασης και συμμετοχής σε εγκληματική οργάνωση, της πλαστογραφίας καθώς και της παράβασης της νομοθεσίας για τη διευκόλυνση της εξόδου από το ελληνικό έδαφος, πολιτών τρίτων χωρών.
Αξίζει να σημειωθεί, ότι για έναν από τους συλληφθέντες υπάρχουν ενδείξεις ότι συνεργάζεται με τζιχαντιστές του ISIS ή άλλων ισλαμιστικών τρομοκρατικών οργανώσεων.
Πρόκειται για έναν 28χρονο Αλγερινό, μόνιμο κάτοικο Βαρκελώνης, ο οποίος φέρεται ως ο κύριος προμηθευτής κλεμμένων ή απολεσθέντων διαβατηρίων, ταυτοτήτων και άλλων εγγράφων, τα οποία έστελνε στην Ελλάδα για να πλαστογραφηθούν και να χρησιμοποιηθούν για την μετακίνηση αλλοδαπών, μέσω ελληνικών αεροδρομίων, προς την Βόρεια Ευρώπη και το Ηνωμένο Βασίλειο ειδικότερα.
Ακόμη, εντοπίστηκαν τρία εργαστήρια πλαστογράφησης του δικτύου στην Πετρούπολη, στο Γκύζη και στα Κάτω Πατήσια και έχουν κατασχεθεί χιλιάδες πειστήρια.
Το κύκλωμα
Η ΕΛ.ΑΣ ξεκίνησε τις έρευνες τον περασμένο Ιούλιο, όταν έλαβε πληροφορία από τις βρετανικές αρχές, για έναν Ιρανό στην Αθήνα, που φερόταν να είναι ο αρχηγός του κυκλώματος.
Μετά από μεθοδικές έρευνες εντοπίστηκε ο Ιρανός, 28 ετών και διαπιστώθηκε πως το κύκλωμα είχε πλοκάμια σε όλη την Ευρώπη και διευκόλυνε την διακίνηση αλλοδαπών, όχι μόνο από την Ελλάδα, αλλά και από άλλες χώρες, (Ισπανία, Γαλλία, κλπ), με τελικό προορισμό το Ηνωμένο Βασίλειο, αλλά και άλλες χώρες της κεντρικής και Βόρειας Ευρώπης, όπως Γερμανία, Ολλανδία, Βέλγιο και Ελβετία.
Όπως προέκυψε κατά την προανάκριση το παράνομο δίκτυο λειτουργούσε ως εξής:
Ο 28χρονος Αλγερινός από την Βαρκελώνη έστελνε στην Ελλάδα με κούριερ τα κλεμμένα διαβατήρια και άλλα έγγραφα, τα οποία ανήκαν σε άτομα από διάφορες χώρες της ΕΕ.
Η «επαφή» του Αλγερινού στη χώρα μας ήταν ένας 39χρονος ομοεθνής του, ο οποίος τώρα μπαίνει στο μικροσκόπιο της Αντιτρομοκρατικής, καθώς ο «προμηθευτής», σύμφωνα με τις ισπανικές αρχές, έχει κατηγορηθεί ως «μέλος τρομοκρατικής οργάνωσης», του έχει απαγορευτεί η έξοδος από τη χώρα και τελεί υπό επιτήρηση στη Βαρκελώνη.
Ο 39χρονος Αλγερινός στην Αθήνα είχε εισέλθει παράνομα στην Ελλάδα και στερείτο παντελώς δικαιολογητικών εγγράφων. Ο 28χρονος Ιρανός, που φέρεται ως ο αρχηγός του κυκλώματος στην χώρα μας, είχε κάρτα ασύλου, καθώς έχει υποβάλει αίτημα.
Μετά την άφιξη των δεμάτων στην Ελλάδα, οι «προμηθευτές» προέβαιναν στην παραλαβή και στην αποθήκευση τους σε σπίτια που διατηρούσε η εγκληματική οργάνωση για το σκοπό αυτό και στη συνέχεια οι «προμηθευτές» αφού ήλεγχαν την ποιότητα και την «εμπορική» αξία του συνόλου των εγγράφων ,προχωρούσαν στις αντίστοιχες μεταφορές εμβασμάτων από και προς την Ισπανία, μέσω διεθνών εταιρειών μεταφοράς χρημάτων.
Σε ορισμένες περιπτώσεις – όπως δήλωσε κατά τη σημερινή συνέντευξη ο εκπρόσωπος Τύπου της ΕΛ.ΑΣ, Θεόδωρος Χρονόπουλος – ο οι «προμηθευτές», ταξίδευαν αυτοπροσώπως στην Ισπανία, όπου και προμηθεύονταν ταξιδιωτικά έγγραφα, τα οποία στη συνεχεία εισήγαγαν στην Ελλάδα ενώ υπολογίζεται ότι από τον Ιούλιο του 2016 μέχρι και σήμερα, περισσότερα από 1.000 ταξιδιωτικά έγγραφα εισήλθαν από την Ισπανία στην Ελλάδα, προκειμένου να χρησιμοποιηθούν για τη διακίνηση αλλοδαπών.
Στη συνέχεια οι «προμηθευτές», με τη χρήση ηλεκτρονικών εφαρμογών επικοινωνίας, έστελναν στους «διακινητές» φωτογραφίες των ταξιδιωτικών εγγράφων για να τα αξιολογήσουν σύμφωνα με τις προαναφερόμενες παραμέτρους και ακολούθως σε μεταξύ τους συναντήσεις πραγματοποιούνταν οι συμφωνηθείσες παραδόσεις/παραλαβές των ταξιδιωτικών εγγράφων και χρημάτων.
Σε αμέσως επόμενο στάδιο οι «διακινητές», μετά την παραλαβή των ταξιδιωτικών εγγράφων από τους «προμηθευτές», τα παρέδιδαν απευθείας στους «πλαστογράφους» του δικτύου, οι οποίοι, από κοινού με τους συνεργάτες τους και ακολουθώντας τις κατευθύνσεις των «διακινητών», προέβαιναν στην πλαστογράφηση τους.
Για τη νόθευση των ταξιδιωτικών εγγράφων χρησιμοποιούσαν συγκεκριμένες μεθόδους με αντικατάσταση των φωτογραφιών ή επεξεργασία των χαρακτηριστικών των φωτογραφιών και σε κατά περίπτωση αλλαγή των επιμέρους στοιχείων των ταξιδιωτικών εγγράφων.
Στο τελικό στάδιο, οι «διακινητές» συνόδευαν τους διακινούμενους μέχρι το αεροδρόμιο, παρέχοντάς τους τις απαραίτητες οδηγίες, διατηρώντας πάντα αρκετή απόσταση, προκειμένου να μην είναι δυνατή η συσχέτιση τους με τη διακίνηση, σε περίπτωση εντοπισμού και σύλληψης του διακινούμενου.
Ο τελικός προορισμός των διακινούμενων, στις περισσότερες περιπτώσεις ήταν το Ηνωμένο Βασίλειο, με ενδιάμεσους σταθμούς χώρες της Κεντρικής και Δυτικής Ευρώπης, όπως η Γερμανία, η Γαλλία και η Ιταλία, ενώ οι αμοιβές της εγκληματικής οργάνωσης, κυμαίνονταν από 3.000 έως 15.000 ευρώ, ανάλογα με τον τελικό προορισμό και τους ενδιάμεσους σταθμούς.
ΑΝΑΡΤΗΘΗΚΕ 12-12-2016 από directNEWS.gr