Στο Α΄ Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο της Αθήνας αναμένεται να ξεκινήσει αύριο Δευτέρα η εκδίκαση της υπόθεσης που αφορά το βιασμό και την άγρια δολοφονία της 21χρονης Ελένης Τοπαλούδη πράξεις που τελέστηκαν στη Ρόδο στα τέλη Νοεμβρίου του 2018.
Η δίκη ορίστηκε να διεξαχθεί στην Αθήνα, κατόπιν αιτήματος του Εισαγγελέα Εφετών Δωδεκανήσου ο οποίος ζήτησε την μεταφορά της υπόθεσης επικαλούμενος λόγους ασφαλείας και διασάλευσης της δημόσιας τάξης , αν η δίκη διεξαγόταν στην Ρόδο όπου και διαπράχθηκε το έγκλημα .
Οι δύο κατηγορούμενοι, ηλικίας 20 ετών και 21 ετών έχουν μεταχθεί από την Πέμπτη στις φυλακές του Κορυδαλλού, όπου και παρέμειναν επί τριήμερο σε απομόνωση και κάτω από αυξημένα μέτρα επιτήρησης και προστασίας, προκειμένου να αποφευχθούν τυχόν επεισόδια από συγκατηγορούμενούς τους, ενώ την Κυριακή μεταφέρθηκαν στο Μεταγωγών Αθηνών προκειμένου το πρωί της Δευτέρας να μεταχθούν στα δικαστήρια.
Η οικογένεια της φοιτήτριας για πρώτη φορά αύριο Δευτέρα θα βρεθεί αντιμέτωπη με τους δύο κατηγορούμενους για ανθρωποκτονία από πρόθεση και βιασμό. Ο πατέρας του θύματος έχει ζητήσει να μην τύχουν καμίας επιείκιας οι κατηγορούμενοι. Όπως είπε αυτό που περιμένει από όλη την διαδικασία είναι να σταθεί η Δικαιοσύνη στο ύψος των περιστάσεων ώστε να μην ζήσει άλλη οικογένεια αυτό που ζει η δική του.«Ζητάμε το αυτονόητο. Να παραμείνουν ισόβια στην φυλακή. Ισόβιος είναι και ο δικός μας πόνος από την απώλεια της Ελένης μας», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Όπως αναφέρει το pontiki.gr, η δίκη έχει αριθμό 1 στο πινάκιο και έχουν κληθεί να καταθέσουν περί τους δέκα μάρτυρες. Εκτιμάται πως θα απαιτηθεί άλλη μία ή και περισσότερες δικάσιμοι πριν το δικαστήριο να εκδώσει την απόφαση του. Τα μέτρα ασφαλείας θα είναι αυξημένα τόσο κατά την μεταφορά των δύο νεαρών κρατουμένων όσο και εντός και εκτός της αίθουσας για τον φόβο επεισοδίων.
Το έγκλημα που συγκλόνισε όλη τη χώρα αποκαλύφθηκε το απόγευμα της 28ης Νοεμβρίου 2018, όταν ένα ζευγάρι κατοίκων της περιοχής διαπίστωσε πως στην παραλία Φώκια στην Ρόδο επέπλεε το άψυχο σώμα μίας γυναίκας.
Ο ιατροδικαστής αποφάνθηκε πως η νεαρή γυναίκα πριν βρεθεί στο νερό έχει χτυπηθεί άσχημα και ότι επρόκειτο για εγκληματική ενέργεια.
Η σορός ανήκε στην Ελένη Τοπαλούδη φοιτήτρια Μεσογειακών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο Αιγαίου.
Από την έρευνα του Λιμενικού Σώματος αποκαλύπτεται ο νεότερος από τους δύο δράστες, Αλβανικής καταγωγής, με τον οποίο συναντήθηκε η φοιτήτρια το επίμαχο βράδυ. Η κατάθεση του νεαρού Αλβανού οδήγησε στον εντοπισμό και τη σύλληψη του δεύτερου δράστη.
Τι αναφέρει το παραπεμπτικό βούλευμα για το μαρτυρικό θάνατο της φοιτήτριας
Το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών Ρόδου αξιολογώντας τα στοιχεία της πολύμηνης έρευνας περιγράφει όσα έλαβαν χώρα λίγες ώρες πριν βρεθεί το πτώμα της άτυχης φοιτήτριας, η οποία πριν το θάνατό της πέρασε μαρτυρικές στιγμές στα χέρια των δύο δραστών μέσα στο εξοχικό σπίτι του μεγαλύτερου στην ηλικία κατηγορούμενου, στην περιοχή της Λίνδου.
Την νύχτα της 27ης Νοεμβρίου 2018 «ο πρώτος κατηγορούμενος (20χρονος), ο οποίος γνώρισε την παθούσα Ελένη Τοπαλούδη του Ιωάννη προ μίας περίπου εβδομάδας, και ο 21χρονος συγκατηγορούμενός του, έχοντας προαποφασίσει να τελέσουν από κοινού το αδίκημα του βιασμού εναντίον της» κατόπιν ηλεκτρονικής συνεννόησης μαζί της , «μετέβησαν στην οικία της, η οποία ευρίσκετο στην πόλη της Ρόδου επί της οδού Εθνικής Αντιστάσεως, με όχημα ιδιοκτησίας του πατέρα του δεύτερου κατηγορουμένου, παρέλαβαν την παθούσα και μετέβησαν στην εξοχική κατοικία των γονέων του δεύτερου κατηγορουμένου στην περιοχή των Πεύκων Λίνδου».
Όπως σημειώνουν οι δικαστές μέλη του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών η Ελένη Τοπαλούδη αρνήθηκε την συνουσία με τους δύο δράστες. Έτσι απειλήθηκε με ένα μαχαίρι και χτυπήθηκε με αλλεπάλληλες γροθιές στο πρόσωπο βάναυσα από τους δύο νεαρούς οι οποίοι την βίασαν .
Το βούλευμα αναφέρει, μεταξύ άλλων, για τις στιγμές που έζησε η φοιτήτρια στο σπίτι που έγινε το κολαστήριό της: «ενώ η παθούσα ήταν αβοήθητη, έρμαιο στις σεξουαλικές διαθέσεις τους, πέραν της συνουσίας, εκμεταλλευόμενοι την εκμηδένιση της αντίστασής της, λόγω της σωματικής και ψυχικής εξάντλησής της, εξανάγκασαν αυτήν να ανεχθεί επιπλέον ασελγείς πράξεις. Στην προβαλλόμενη δε άρνηση της παθούσας να προβεί στην ασελγή πράξη, οι κατηγορούμενοι, οι οποίοι, σημειωτέον, είχαν έντονη ενασχόληση με τις πολεμικές τέχνες, γρονθοκόπησαν αυτή με δύναμη στο πρόσωπο, με συνέπεια εκείνη να ζαλιστεί και να χάσει στιγμιαία τις αισθήσεις της».
Η Ελένη Τοπαλούδη στη συνέχεια «ανακτώντας μετά από λίγο τις αισθήσεις της , δήλωσε στους κατηγορούμενους την πρόθεσή της να τους καταγγείλει στην αστυνομία, πυροδοτώντας έτσι το θυμό τους και παράλληλα την ανησυχία τους ότι θα συλληφθούν και θα υποστούν ποινικές κυρώσεις για την ανωτέρω συμπεριφορά τους. Ενόψει αυτής της δυσάρεστης για εκείνους προοπτικής, οι κατηγορούμενοι προέβησαν τότε σε στάθμιση των δεδομένων και αποφάσισαν από κοινού τη φυσική εξόντωση της παθούσας ώστε να αποκλείσουν κάθε πιθανότητα μελλοντικής σε βάρους τους καταγγελίας.. Και ενώ η παθούσα παρέμενε εξασθενημένη και σε σχεδόν λιπόθυμη κατάσταση εξαιτίας του βαρέως τραυματισμού της, ο οποίος είχε προηγηθεί κατά τη διάρκεια του βιασμού, οι κατηγορούμενοι αποδεχόμενοι πλήρως ο ένας τη συμπεριφορά του άλλου κατάφεραν αλλεπάλληλα πλήγματα με γροθιές και σίδερο σιδερώματος στην κεφαλή αυτής, προκαλώντας της έντονη αιμορραγική διήθηση, ενώ επιπλέον επιχείρησαν να την θανατώσουν και διά στραγγαλισμού».
Στο βούλευμα επισημαίνεται πως «παρά τις σχετικές έντονες παρακλήσεις της να τη μεταφέρουν στο νοσοκομείο, οι κατηγορούμενοι επέδειξαν εμμονή στον εγκληματικό τους σχεδιασμό και μετέφεραν αυτήν γυμνή στο αυτοκίνητο προκειμένου να ολοκληρώσουν το προαποφασισμένο από αυτούς κακούργημα της ανθρωποκτονίας».
Οι κατηγορούμενοι πήγαν σε βραχώδη παραλία στην περιοχή της Λίνδου και έριξαν την εξουθενωμένη και ήδη βαριά χτυπημένη Ελένη στον γκρεμό, από ύψος περίπου 10 μέτρων πάνω από την θάλασσα.
Ο θάνατος ήταν πλέον βέβαιος για την Ελένη Τοπαλούδη, καθώς «οι ήδη προκληθείσες κρανιοεγκεφαλικές κακώσεις, η διάχυτη εγκεφαλική αιμορραγία και το οίδημα από τα χτυπήματα στο κεφάλι της, καθιστούσαν αδύνατη οποιαδήποτε προσπάθεια της να κινηθεί αποτελεσματικά ώστε να επιπλεύσει. Ο θάνατος της Ελένης Τοπαλούδη "επήλθε συνεπεία πνιγμού"».
Τι απαντά το βούλευμα στους ισχυρισμούς των κατηγορουμένων
Οι δύο νεαροί είναι μόνιμοι κάτοικοι Ρόδου. Ο μεγαλύτερος, μέλος εύπορης οικογένειας του νησιού και ο νεαρότερος, γιος τεχνίτη, είναι φίλοι και έχουν κοινό ενδιαφέρον για τις πολεμικές τέχνες. . Και οι δύο έκαναν συστηματική άθληση ενώ στις σελίδες τους σε μέσα κοινωνικής δικτύωσης προβάλουν με συνεχόμενες φωτογραφίες τα γυμνασμένα σώματα τους. Ο νεαρότερος είναι κατηγορούμενος και σε άλλη υπόθεση βιασμού νεαρού κοριτσιού με ειδικές ανάγκες , που φέρεται να διαπράχθηκε ελάχιστες ημέρες μετά την δολοφονία Τοπαλούδη.
Στο βούλευμα αναφέρεται πως οι κατηγορούμενοι στις απολογίες τους ενώπιον της Ανακρίτριας, αρνούνται τις κατηγορίες ισχυριζόμενοι πως η ερωτική συνεύρεση με την παθούσα υπήρξε συναινετική και όχι προϊόν βίαιου εξαναγκασμού και επιρρίπτοντας την ευθύνη ο ένας στον άλλον για την ανθρωποκτονία «περιορίζοντας έκαστος τον εαυτό του σε ρόλο απλού παρατηρητή, αδύναμου δήθεν να αντιδράσει στο βίαιο ξέσπασμα του συγκατηγορουμένου του».
Στο βούλευμα υπογραμμίζεται ότι «αναφορικά με την δήθεν συναίνεση (ή ακόμη και πρωτοβουλία) της παθούσης για την τέλεση των προαναφερόμενων γενετήσιων πράξεων θα πρέπει να σημειωθεί ότι η εκδοχή αυτή των γεγονότων δεν συνάδει με την συμπεριφορά της παθούσας, τόσο αμέσως πριν όσο και κατά τη διάρκεια της συνάντησής της με τους κατηγορούμενους».
Τα μέλη του δικαστικού συμβουλίου επικαλούνται ένορκη κατάθεση φίλης της φοιτήτριας ενώπιον των αξιωματικών του Κεντρικού Λιμεναρχείου Ρόδου, σύμφωνα με την οποία περί ώραν 01.07′ η Ελένη Τοπαλούδη της έστειλε γραπτό μήνυμα από το κινητό της τηλέφωνο μέσω της εφαρμογής messenger, στο οποίο ανέφερε αυτολεξεί «Πάρε με σε μια ώρα τηλ.»,
Το γεγονός αυτό καταδεικνύει για τους δικαστές την έλλειψη διάθεσης από πλευράς της θανούσης να παραμείνει στο χώρο για μεγάλο χρονικό διάστημα και να τελέσει γενετήσιες πράξεις με τους κατηγορούμενους, έλλειψη διάθεσης η οποία μαρτυρά περαιτέρω την δυσφορία και τον φόβο που της προκαλούσε η εν γένει συμπεριφορά - των κατηγορουμένων εκείνη τη νύχτα.
Χαρακτηριστικά το δικαστικό συμβούλιο αναφέρει: «Σε ό,τι αφορά δε τις αλληλοκατηγορίες μεταξύ των κατηγορουμένων και την επίρριψη από τον έναν στον άλλο της ευθύνης για την τέλεση της ανθρωποκτονίας σε βάρος της Ελένης Τοπαλούδη, λεκτέον ότι οι ισχυρισμοί αυτοί προσκρούουν ευθέως στην προκύψασα από το αποδεικτικό υλικό απόλυτη σύμπραξη και σύμπνοια μεταξύ τους και δη τόσο κατά τον βιασμό όσο και κατά τη θανάτωση του θύματος. Η διάρκεια του επίμαχου περιστατικού ήταν τέτοια που κάλλιστα θα μπορούσε όποιος εκ των δύο το επιθυμούσε (αν φυσικά το επιθυμούσε) να αντιδράσει στις ενέργειες του άλλου, να παράσχει βοήθεια στην παθούσα ή έστω να αποχωρήσει από τον τόπο του συμβάντος, αποδοκιμάζοντας έτσι εμπράκτως τη συμπεριφορά του άλλου. Εξάλλου, η ενασχόληση με τις πολεμικές τέχνες και η σωματική διάπλαση αμφοτέρων ήταν τέτοια που δεν δικαιολογεί την υποταγή του ενός στη βούληση του άλλου, αφού οιοσδήποτε εξ αυτών θα μπορούσε ανά πάσα στιγμή να προστατεύσει με τη σωματική του δύναμη την Ελένη Τοπαλούδη, εφόσον πράγματι το επιθυμούσε, εμποδίζοντας μέρος έστω εκ των πλειόνων επιθέσεων σε βάρος της, επιθέσεις οι οποίες έλαβαν μάλιστα χώρα με πλείονα μέσα πλήξης, τα οποία εναλλάσσονταν (χτυπήματα με τα χέρια, με σίδερο σιδερώματος κοκ) μέχρι και την τελική ρίψη της στη θάλασσα».
Το βούλευμα αναφέρει, επίσης, πως οι ισχυρισμοί των κατηγορουμένων καταρρίπτονται και από την «πρακτικώς αναγκαία σύμπραξή τους κατά την ρίψη της ζωντανής ακόμη παθούσης στο νερό, η επιστροφή αμφοτέρων στο σπίτι στους Πεύκους όπου επιδόθηκαν σε προσπάθειες καθαρισμού του χώρου και συγκάλυψης του εγκλήματος και, τέλος, η απροθυμία αμφοτέρων να σπεύσουν άμεσα στην αστυνομική αρχή και να καταγγείλουν την πράξη, αποτελούν αδιάσειστους ενδείκτες κοινού δόλου των κατηγορουμένων».
ΑΝΑΡΤΗΘΗΚΕ 12-1-2020 από directNEWS.gr