Κάθειρξη έξι ετών με ανασταλτικό αποτέλεσμα μέχρι να εκδικαστεί σε δεύτερο βαθμό, επέβαλε στον εφοπλιστή Γιάννη Βαρδινογιάννη του Σήφη, το τριμελές εφετείο κακουργημάτων της Αθήνας, το οποίο με ένα πρωτοφανές σκεπτικό του αναγνώρισε ελαφρυντικό της μακράς διάρκειας της δίκης, με αποτέλεσμα η ποινή του να μη μπορεί να ξεπεράσει την εξαετία. Ο Γιάννης Βαρδινογιάννης, καταδικάστηκε για υπεξαίρεση κατ’ εξακολούθηση ποσού άνω των τριών εκατ. ευρώ, συγκεκριμένα 3.048.271 ευρώ, από τα ταμεία της εταιρείας ΕΛΜΙΝ Α.Ε., η οποία τελέστηκε τη διετία 2003-2004.
Στη συγκεκριμένη υπόθεση εμπλέκονται και δύο ζεύγη εφοριακών υπαλλήλων, τα οποία είχαν αναλάβει να διερευνήσουν πτυχές του σκανδάλου της υπεξαίρεσης, κι ενώ αποδείχθηκε ότι επιχείρησαν να προσπορίσουν στον εφοπλιστή περιουσιακό όφελος, απαλλάχθηκαν σκανδαλωδώς από την αρμόδια Εισαγγελία, η οποία με νομικές αλχημείες έκρινε πως τα αδικήματα που είχαν τελέσει ήταν πλημμεληματικού και όχι κακουργηματικού χαρακτήρα, και επομένως είχαν παραγραφεί. Η καταδίκη του Γιάννη Βαρδινογιάννη του Σήφη, είναι πιθανό πια να προκαλέσει ντόμινο εξελίξεων και να οδηγήσει σε εκ νέου άνοιγμα των δικογραφιών στις οποίες εμπλέκονται οι εν λόγω εφοριακοί υπάλληλοι.
Ο Γιάννης Βαρδινογιάννης του Σήφη, καταδικάστηκε σήμερα Πέμπτη 10 Νοεμβρίου, σχεδόν είκοσι χρόνια μετά την τέλεση του εγκλήματος της υπεξαίρεσης, σε μια υπόθεση που συνιστά εκτός των άλλων και δικαστικό σκάνδαλο, αφού τα αδικήματα που με τη βούλα του δικαστηρίου πια έχει τελέσει, κινδύνεψαν να παραγραφούν. Αναλυτικότερα, για τα αδικήματα που τελέστηκαν το 2003 και το 2004 ασκήθηκε σε βάρος του Βαρδινογιάννη και δύο συνεργατών του ποινική δίωξη το 2010, ωστόσο η δικογραφία παρέμεινε στο συρτάρι του ανακριτή μέχρι τα τέλη του 2015. Η δίκη ξεκίνησε τελικά έπειτα από οκτώ αναβολές την άνοιξη του 2022, και ολοκληρώθηκε σήμερα, μετά από πολλές διακοπές για λόγους τους οποίους αποκάλυψε το Documento της περασμένης Κυριακής και οι οποίοι προκαλούν εύλογα ερωτήματα για τη στάση της έδρας.
Με νομικές αλχημείες βγήκαν λάδι οι εμπλεκόμενοι εφοριακοί
Η συγκεκριμένη ποινική υπόθεση στην οποία εμπλέκεται ο γνωστός εφοπλιστής, έχουν προεκτάσεις που αγγίζουν φορολογικές αρχές, αλλά και εισαγγελείς οι οποίοι έχουν καταγγελθεί επισήμως στον υπουργό Δικαιοσύνης, για «ξέπλυμα» των εμπλεκόμενων. Πρώτη η εφημερίδα «ΜΠΑΜ στο ρεπορτάζ» έγραψε για τη δυσώδη υπόθεση στην οποία εμπλέκονται δύο ζεύγη ελεγκτών της Υπηρεσίας Ειδικών Ελέγχων (πρώην ΣΔΟΕ), τα οποία αν και διαπιστώθηκε ότι επιχείρησαν να προσπορίσουν περιουσιακό όφελος στον εφοπλιστή, δεν διώχθηκαν, ενώ ένας εξ αυτών κατάφερε να πάρει και προαγωγή. Μάλιστα η εισαγγελέας η οποία εξέτασε την εμπλοκή των εφοριακών στην υπόθεση, ενώ διέγνωσε ότι έχουν τελέσει αδικήματα με σκοπό να ευνοήσουν οικονομικά τον εφοπλιστή, έκρινε ότι τα εγκλήματά τους δεν είναι κακουργηματικού χαρακτήρα και τους απάλλαξε λόγω παραγραφής. Για το συγκεκριμένα σκάνδαλο έχουν κατατεθεί και αναφορές στον Άρειο Πάγο στις οποίες τεκμηριώνεται ότι η εισαγγελέας «βάπτισε» σκανδαλωδώς τα κακουργήματα, πλημμελήματα.
Δεν είναι όμως μόνο αυτό. Όπως προκύπτει από αναφορά που έχει κατατεθεί σε βάρος της, εν λόγω εισαγγελέας χειρίστηκε τη σχετική δικογραφία που αφορούσε κρατικούς λειτουργούς, ενώ δεν επιτρεπόταν να το κάνει. Αντιθέτως, ακριβώς επειδή η υπόθεση σχετιζόταν με δημόσιους λειτουργούς, τη δικογραφία όφειλε να χειριστεί η αρμόδια Εισαγγελία Διαφθοράς, δηλαδή την περίοδο εκείνη η Ελένη Τουλουπάκη. Από τα στοιχεία του ρεπορτάζ, προκύπτει ότι πράγματι η Τουλουπάκη ζήτησε και μάλιστα εγγράφως να της διαβιβαστεί η δικογραφία, αλλά η εισαγγελέας που την είχε αναλάβει αρνήθηκε. Η υπόθεση θυμίζει έντονα τον χειρισμό της δικογραφίας Βγενόπουλου από την εισαγγελέα Γεωργία Τσατάνη. Όπως και σ’ εκείνη τη σκανδαλώδη υπόθεση, έτσι και σ’ αυτή, η εισαγγελέας που ανέλαβε αρχικώς την έρευνα, όχι απλώς αρνήθηκε να παραδώσει στην Εισαγγελία Διαφθοράς τη δικογραφία, αλλά προχώρησε και στην αρχειοθέτησή της, με το πρόσχημα της παραγραφής.
Το πλέον παράδοξο, όπως προκύπτει από το ρεπορτάζ, είναι ότι η αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου που ανέλαβε να χειριστεί τις αναφορές κατά της συναδέλφου της και να διενεργήσει πειθαρχική έρευνα, έκρινε ότι δεν συντρέχουν λόγοι άσκησης δίωξης κατά της συναδέλφου της και ακόμη δύο δικαστικών λειτουργών που επικύρωσαν τις διατάξεις αρχειοθέτησης που εκείνη εξέδωσε. Ωστόσο μετά τις εξελίξεις και την καταδίκη σε πρώτο βαθμό του Γιάννη Βαρδινογιάννη του Σήφη, οι δικογραφίες που αφορούν τους εφοριακούς ελεγκτές, είναι πιθανό και εύλογο να ανοίξουν ξανά, ώστε να εξεταστεί το ενδεχόμενο τα αδικήματα που τέλεσαν για να ευνοήσουν τον εφοπλιστή, να είναι πράγματι κακουργηματικού χαρακτήρα και επομένως μη παραγεγραμμένα.
ΑΝΑΡΤΗΘΗΚΕ 10-11-2022 από directNEWS.gr πηγή:documentonews.gr