Μπορεί ένας μοναχός που έχει αφιερωθεί στο Θεό να ασκεί ταυτόχρονα και το λειτούργημα του δικηγόρου; Την απάντηση καλείιται να δώσει το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης μετά από σχετικό προδικαστικό ερώτημα που έστειλε το Συμβούλιο της Επικρατείας, με αφορμή προσφυγή μοναχού, ο οποίος ζητεί να ακυρωθεί η απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών (Δ.Σ.Α.), με την οποία απορρίφθηκε η αίτηση του, να εγγραφεί στο μητρώο του Συλλόγου, ως δικηγόρος, ο οποίος απέκτησε τη δικηγορική ιδιότητα στην Κύπρο.
Ο ΔΣΑ αρνήθηκε να προχωρήσει στην εγγραφή με την επίκληση διάταξης του Κώδικα Δικηγόρων, που προβλέπει ότι οι μοναχοί κωλύονται να αποκτήσουν τη δικηγορική ιδιότητα. Η επίμαχη διάταξη, σύμφωνα με τον ΔΣΑ, είναι σύμφωνη με το Σύνταγμα και τους κανόνες δικαίου υπέρτερης τυπικής ισχύος, γιατί ο αποκλεισμός αυτός δικαιολογείται από θεμελιώδεις αρχές και κανόνες που διέπουν την άσκηση του δικηγορικού λειτουργήματος.
Και αυτό γιατί, όπως αναφέρει μεταξύ άλλων ο ΔΣΑ, ο μοναχός, λόγω των δεσμεύσεών του, δεν δύναται να απασχολείται πλήρως με την άσκηση της δικηγορίας που μάλιστα, προϋποθέτει αντιδικία, ασύμβατη με το μοναχικό σχήμα. Επιπλέον, ο δικηγόρος δεν επιτρέπεται να παρέχει τις υπηρεσίες του χωρίς οικονομικό αντάλλαγμα, σε αντίθεση με το μοναχό που δεν επιτρέπεται να ασκεί κατά σύστημα αμειβόμενη επαγγελματική δραστηριότητα.
Σε όλα αυτά τα επιχειρήματα αντιλέγει ο μοναχός με την προσφυγή του στην οποία υποστηρίζει πως η ιδιότητα του μοναχού δεν τον στερεί από την ανεξαρτησία την οποία θα έχει ως δικηγόρος, διότι στη δικαιοδοσία των εκκλησιαστικών αρχών υπάγεται όσον αφορά στην άσκηση των καθηκόντων του ως μοναχού, ενώ ως προς την άσκηση του δικηγορικού λειτουργήματος υπάγεται αποκλειστικά στη δικαιοδοσία των οργάνων του Δικηγορικού Συλλόγου.
Ο μοναχός, μάλιστα τονίζει ότι η συμμόρφωσή του προς το καθήκον εγκαταβίωσης στη Μονή της μετανοίας του θα ελέγχεται από τα εκκλησιαστικά όργανα, με αποτέλεσμα, το τελευταίο αυτό ζήτημα να μην αφορά τον Δικηγορικό Σύλλογο.
Το Ανώτατο Δικαστήριο πριν αποφανθεί επί της προφυγής απέστειλε προδικαστικό ερώτημα στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο οποίο αναφέρει:
«Το άρθρο 3 της οδηγίας 98/5/ΕΚ έχει την έννοια ότι η εγγραφή ενός μοναχού της Εκκλησίας της Ελλάδος ως δικηγόρου στα μητρώα της αρμόδιας αρχής κράτους μέλους διαφορετικού από εκείνο στο οποίο έχει αποκτήσει τον επαγγελματικό του τίτλο, προκειμένου να ασκεί εκεί το επάγγελμά του υπό τον επαγγελματικό του τίτλο καταγωγής, μπορεί να απαγορεύεται από τον εθνικό νομοθέτη, για τον λόγο ότι οι μοναχοί της Εκκλησίας της Ελλάδος δεν δύνανται, κατά το εθνικό δίκαιο, να εγγράφονται στα μητρώα των Δικηγορικών Συλλόγων, επειδή δεν παρέχουν, λόγω της ιδιότητάς τους αυτής, ορισμένα απαραίτητα για την άσκηση της δικηγορίας εχέγγυα;».
ΑΝΑΡΤΗΘΗΚΕ 4-7-2017 από directNEWS.gr