«Εκείνη την ημέρα πήγαινα στο γυμναστήριο και άκουσα φωνές. Άκουσα τον κ. Μπέλλο να φωνάζει: ‘’ έλα να δεις πως καθαρίζουν τους λογαριασμούς τους οι άνδρες’’. Το θύμα εκείνη τη στιγμή διέσχιζε το δρόμο και πήγαινε προς τον κ. Μπέλο. Δεν πιάστηκαν στα χέρια. Τον σημάδεψε και του έριξε κανονικότατα. Ήταν ευθεία βολή. Ο Μάκης γονάτισε, έπεσε κάτω και μετά μπρούμυτα. Ενώ υπήρχε μια απόσταση μεταξύ τους 3-4 μέτρα πήγε από πάνω του τον κοίταξε και είδα ένα βλέμμα ικανοποίησης. Και μετά γύρισε κι έφυγε σα να μη συνέβη τίποτα».
Με αυτά τα λόγια περιέγραψε μια μάρτυρας στο δικαστήριο την εν ψυχρώ δολοφονία του 68χρονου γυμναστή, Μάκη Μαρκόπουλου, τον Οκτώβριο του 2016 στην Πανόρμου, από τον συνταξιούχο αστυνομικό και πολιτευτή της Χρυσής Αυγής, Φώτη Μπέλλο.
Η αυτόπτης μάρτυρας ολοκληρώνοντας την περιγραφή της είπε: «Αμέσως μετά το περιστατικό έφυγα κατευθείαν. Φοβήθηκα. Τι να έκανα; Να μείνω να με καθαρίσει κι εμένα;». Η ίδια χαρακτήρισε τον 60χρονο κατηγορούμενο «φόβο και τρόμο», επισημαίνοντας πως ήταν ερειστικός.
Υποστήριξε,επίσης, ότι ο κατηγορούμενος ζητούσε χρήματα από το θύμα, ενώ η υπεράσπιση αμφισβήτησε έντονα τη μαρτυρία της λέγοντας ότι ψεύδεται και ζήτησε κατ’ αντιπαράσταση εξέταση με άλλους αυτόπτες μάρτυρες.
Ισχυρίστηκε ακόμη ότι όπως θυμάται, την ημέρα του φόνου δράστης και θύμα είχαν καυγαδίσει για άλλη μία φορά.
Όπως προέκυψε από την ακροαματική διαδικασία οι προστριβές μεταξύ δράστη και θύματος ήταν συχνές, με τους δύο άνδρες να τσακώνονται για διάφορα θέματα, πότε για τις κάμερες που είχαν τοποθετηθεί στην είσοδο του γυμναστηρίου και πότε για τα θέματα της πολιτικής.
Ο αδελφός του θύματος στη δική του κατάθεση έκανε λόγο για χρήματα για «προστασία» καθώς και για «εγκληματική και παραβατική» προσωπικότητα του πολιτευτή της Χρυσής Αυγής.
Συγκεκριμένα, είπε: «Ο αδελφός μου, μου είχε πει ότι ζητούσε προμήθεια από τα κέρδη του γυμναστηρίου εν είδη προστασίας γιατί γνώριζε αστυνομικούς . Ο δολοφόνος είναι γνωστός στους Αμπελόκηπους. Ό, τι τον εμπόδιζε, το κατέστρεφε. Ένα δέντρο τον ενοχλούσε, το έκοβε...Όλους τους μαγαζάτορες της περιοχής τους τρομοκρατούσε , τζάμπα έπινε καφέ ...» Συνεχίζοντας πρόσθεσ ότι και στο παρελθόν ο συνταξιούχος αστυνομικός είχε απειλήσει τον άτυχο γυμναστή πως θα του κάψει το σπίτι και το αυτοκίνητο. «Ζήλευε τον αδελφό μου. Είχε προμελετήσει το έγκλημα», είπε.
Διαφορετική εκδοχή για τα κίνητρα του εγκλήματος έδωσε ένας από τους γείτονες που κατέθεσε στο δικαστήριο, ο οποίος είπε πως το θύμα «είχε κάνει μαρτύριο τη ζωή» του κατηγορουμένου, καθώς τον έβριζε αισχρά. «Αν ο Μάκης εκείνο το απόγευμα δεν ακολουθούσε τον κατηγορούμενο δεν θα γινόταν τίποτα», υποστήριξε ο μάρτυρας, ο οποίος ισχυρίστηκε πως το θύμα ακολούθησε τον κατηγορούμενο κρατώντας ένα ξύλο .
Θα πρέπει να σημειωθεί ότι η υπεράσπιση αμφισβήτησε την αξιοπιστία κάποιων μαρτύρων ακόμη και για την παρουσία τους στο τόπο του εγκλήματος, με τον εισαγγελέα της έδρας να δηλώνει ότι θα μεταβεί ο ίδιος επί τόπου, προκειμένου να σχηματίσει προσωπική άποψη.
ΑΝΑΡΤΗΘΗΚΕ 22-1-2018 από directNEWS.gr