Ως αναγνωριστική κίνηση στο πλαίσιο προετοιμασίας μιας σοβαρότερης εγκληματικής πράξης σε βάρος του θεωρεί την κλοπή των πουλερικών ο 35χρονος ο οποίος κατηγορείται για τη δολοφονία του 52χρονου Ρομά, που ήταν ένας από αυτούς που εισέβαλαν στο κοτέτσι του σπιτιού του, στον Σολομό Κορινθίας.
Παρόλα αυτά ο 35χρονος τονίζει ότι η πρόθεσή του δεν ήταν να σκοτώσει και εκφράζει τα θερμά του συλλυπητήρια στους συγγενείς του 52χρονου.
Ο 35χρονος μιλώντας στη «Realnews», είπε: «Δεν έχω κάνει κακό στη ζωή μου ούτε σε μυρμήγκι. Δουλεύω από 15 χρονών, 15 ώρες την ημέρα. Δεν ήθελα σε καμία περίπτωση να αφαιρέσω τη ζωή αυτού του ανθρώπου ό,τι κακό κι αν ήθελε να μας κάνει. Δυστυχώς κι εγώ καταστράφηκα.Προσπάθησα να τους φοβίσω για να μην κάνουν κακό στην οικογένειά μου και να μην μας ληστέψουν. Πυροβόλησα στον αέρα. Δυστυχώς η διασπορά των σκαγιών είχε ως αποτέλεσμα να χάσει αυτός ο άνθρωπος τη ζωή του κι εμείς να καταστραφούμε. Εύχομαι σε όλους τους ανθρώπους να μην ζήσουν αυτό που έζησα εγώ και η οικογένειά μου. Εκφράζω τα πιο θερμά μου συλλυπητήρια στους συγγενείς του και θέλω να πιστέψουν ότι ποτέ δεν ήθελα να σκοτώσω».
Μεταξύ των όρων που επιβλήθηκαν στον 35χρονο από την ανακρίτρια, που τον άφησε ελεύθερο μετά την απολογία του, ήταν η απομάκρυνσή του από την Κόρινθο. Έτσι εκτός από το γεγονός ότι φέρει το βάρος για την απώλεια μιας ανθρώπινης ζωής θα πρέπει να απομακυρνθεί από το σπίτι που μεγάλωσε και από τους συγγενείς του.
Η απολογία του 35χρονου στην ανακρίτρια Κορίνθου
Ο 35χρονος κατά την απολογία του υποστήριξε ότι η οικογένειά του έχει στοχοποιηθεί από τους Ρομά, λόγω του ότι τους ανήκει γνωστή αλυσίδα αρτοποιείων. Πριν τρία χρόνια μάλιστα άγνωστοι είχαν διαρρήξει το σπίτι του θείου του που βρίσκεται δίπλα με το δικό του.
Συγκεκριμένα, ισχυρίστηκε ότι «θεώρησαν ότι «εδώ μένουν οι Π… της γνωστής αλυσίδας φούρνων και εστίασης» και ότι στο σπίτι μας δήθεν φυλάσσουμε μεγάλα χρηματικά ποσά και τιμαλφή, άρα μας στοχοποίησαν λόγω του ονόματός μου».
Παράλληλα, εκτίμησε ότι η κλοπή των πουλερικών ήταν «αναγνωριστική κίνηση κατόπτευσης του χώρου και προετοιμασίας μιας σοβαρότερης εγκληματικής ενέργειας σε βάρος μου».
Επίσης, εξέφρασε τη λύπη του για τον άνθρωπο που έχασε τη ζωή του λέγοντας: «…η αφαίρεση μιας ανθρώπινης ζωής μού προκαλεί απέχθεια και δεν είμαι ένας άνθρωπος που θα περηφανευόμουν για μια τέτοια πράξη»,.
Στη συνέχεια της απολογίας του περιέγραψε με κάθε λεπτομέρεια τα όσα έγιναν στις 24 Μαρτίου.
«Περί ώρα 17.30 ο θείος μου πήγε στο κοτέτσι, προκειμένου να βάλει τις κότες μέσα και να κλείσει τις πόρτες, πλην όμως αντελήφθη ότι άγνωστοι είχαν κόψει την περίφραξη σε δύο μεριές και είχαν αφαιρέσει 5 κότες. Αμέσως κάλεσε εμένα και τον ξάδελφό μου, προκειμένου να τον βοηθήσουμε να φτιάξει την περίφραξη.
Η εν λόγω κλοπή μας εξέπληξε, διότι ουδέποτε στο παρελθόν είχε σημειωθεί κλοπή πουλερικών στην περιοχή, και σήμερα πιστεύω ότι επρόκειτο για αναγνωριστική κίνηση κατόπτευσης του χώρου και προετοιμασίας μιας σοβαρότερης εγκληματικής ενέργειας σε βάρος μας. Δηλαδή οι επίδοξοι ληστές θεώρησαν ότι «εδώ μένουν οι Πιέτρηδες της γνωστής αλυσίδας φούρνων και εστίασης» και ότι στο σπίτι μας δήθεν φυλάσσουμε μεγάλα χρηματικά ποσά και τιμαλφή, άρα μας στοχοποίησαν λόγω του ονόματός μου.
Αργότερα, μετά τη δύση του ηλίου, περίπου ένα τέταρτο πριν τις οκτώ, άκουσα τα σκυλιά να γαβγίζουν, χωρίς όμως να ακούγεται παράλληλα προσέγγιση κάποιου οχήματος από το δρόμο. Επειδή εκείνη την ώρα δεν περιμέναμε επισκέψεις, υποψιάστηκα ότι η αναστάτωση των σκυλιών μπορούσε να οφείλεται σε προσέγγιση αγνώστων και για το λόγο αυτό, πριν πάω στο μέρος που βρίσκονταν τα σκυλιά, πήγα στην αποθήκη και πήρα το δίκαννο για την προστασία μου, διότι δεν ήξερα τι θα αντιμετωπίσω.
Κινήθηκα προς το μέρος της στάνης και ξαφνικά αντιλήφθηκα τρία ή τέσσερα άτομα, τα οποία περιεργάζονταν την περίφραξη, διότι προφανώς αναζητούσαν τα σημεία της προηγούμενης παραβίασής της. Είχαν στα χέρια τους αντικείμενα, τα οποία γυάλιζαν στο φως που ερχόταν από τα παράθυρα του σπιτιού και πιθανότατα ήταν μαχαίρια, τα οποία θα χρησιμοποιούσαν για τους εγκληματικούς τους σκοπούς.
Μόλις τους είδα, φώναξα «Φύγετε! Έχω όπλο!». Τότε τα άτομα με αντιλήφθηκαν, αλλά δεν απομακρύνθηκαν. Ίσως δεν είδαν το δίκαννο ή θεώρησαν ότι ήμουν μόνος και αδύναμος να αντιδράσω, και για το λόγο αυτό άρχισαν να κινούνται προς το μέρος μου.
Το γεγονός ότι δεν έφευγαν αλλά προσπαθούσαν να πλησιάσουν εμένα και το σπίτι μου, στο οποίο βρίσκονταν εκείνη την ώρα η σύζυγος και τα παιδιά μου, μου προκάλεσε φόβο, ταραχή και πανικό για τη ζωή τη δική μου και της οικογενείας μου. Ένιωσα ότι είχαν έρθει αποφασισμένοι για όλα, ακόμη και να μας βασανίσουν, για να αποσπάσουν χρήματα, τιμαλφή και οτιδήποτε άλλο φαντάζονταν στο μυαλό τους ότι μπορούσαμε να έχουμε.
Σε αυτή την κατάσταση πυροβόλησα στον αέρα μία ή δύο φορές, δεν θυμάμαι ακριβώς, χωρίς όμως να σημαδέψω προς το μέρος τους, αφού βρισκόμουν σε μεγάλη ταραχή, αλλά μόνο για εκφοβισμό. Τότε οι άγνωστοι επίδοξοι ληστές άρχισαν να αποχωρούν και πίστεψα ότι κατάφερα να τους φοβίσω αποφεύγοντας τα χειρότερα.
Καθώς έφευγαν, τους άκουσα να λένε κάτι στη γλώσσα τους, πιθανόν στα τσιγγάνικα, αλλά με μια ένταση που έδειχνε αναστάτωση, τους είδα να κατευθύνονται προς ένα σημείο προς το ρέμα και μετά να τρέπονται σε φυγή.Ενστικτωδώς κατάλαβα ότι κάτι είχε συμβεί που τους προκάλεσε αυτή την αναστάτωση μετά τον πυροβολισμό ή τους πυροβολισμούς (δεν θυμάμαι αν πυροβόλησα μία ή δύο φορές) και για το λόγο αυτό κατευθύνθηκα προς το σημείο, από το οποίο οι άγνωστοι είχαν αποχωρήσει.
Τότε διαπίστωσα ότι στο έδαφος βρισκόταν αιμόφυρτο ένα άτομο, προφανώς μέλος της ομάδας των αγνώστων επίδοξων ληστών. Πλησίασα και του μίλησα, αλλά δεν μου απάντησε. Τον κούνησα, αλλά δεν αντέδρασε. Έλεγξα αν είχε αναπνοή και σφυγμό, αλλά δυστυχώς δεν είχε και συνειδητοποίησα ότι ήταν νεκρό.
Το άτομο αυτό βρισκόταν προφανώς πιο μακριά από τους άλλους τρεις ή τέσσερις, ενδεχομένως σε ρόλο τσιλιαδόρου, σε σημείο που δεν μπορούσα να το διακρίνω λόγω του σκότους, και πιθανολογώ ότι επλήγη από κάποιο σκάγι λόγω της διασποράς, χωρίς όμως εγώ να έχω στοχεύσει κατ’ αυτού και χωρίς να επιθυμώ ή να αποδέχομαι ή να έχω προβλέψει το θάνατο ή τον τραυματισμό του.
Μολονότι το ορθό θα ήταν εκείνη τη στιγμή να καλέσω την αστυνομία, για να επιληφθεί του συμβάντος, εγώ δεν σκεφτόμουν λογικά, διότι ήμουν ακόμη σε κατάσταση έντονης ταραχής και σοκ από όσα είχαν συμβεί, τα οποία ήταν εντελώς αιφνιδιαστικά, απρόβλεπτα και πρωτόγνωρα στη ζωή μου. Με κυρίεψε η σκέψη ότι δεν έπρεπε η οικογένειά μου και ιδίως τα παιδιά μου να δουν το νεκρό άνθρωπο και για το λόγο αυτό τον απομάκρυνα με το αγροτικό της μητέρας μου και τον εναπόθεσα σε γνωστό λατομείο, στο οποίο είναι βέβαιον ότι θα βρισκόταν την επόμενη εργάσιμη ημέρα.
Στην αστυνομία όμως που ήρθε την επόμενη ημέρα, είπα τι ακριβώς είχε συμβεί και υπέδειξα στους αστυνομικούς τον τόπο, όπου είχα εναποθέσει το νεκρό, χωρίς να προσπαθήσω να αποκρύψω κάτι ή να τους παραπλανήσω λέγοντας ψέματα ή δηλώνοντας άγνοια για το περιστατικό, δεδομένου άλλωστε ότι δεν προέβην καν σε καθαρισμό της καρότσας του αγροτικού αυτοκινήτου ή σε απόκρυψη των ιχνών αίματος στο σημείο που έπεσε ο θανών ή έστω σε περισυλλογή του χρησιμοποιηθέντος κενού κάλυκα που βρέθηκε και κατασχέθηκε.
Αυτό που ανέφερα στους αστυνομικούς, δηλαδή ότι πυροβόλησα για εκφοβισμό και όχι για να σκοτώσω, το επαναλαμβάνω και σήμερα. Θεωρώ ότι ο θάνατος του θύματος οφείλεται αφενός στο γεγονός ότι δεν έγινε αντιληπτό από εμέ λόγω του ότι βρισκόταν σε σκοτεινό σημείο και δεν μπορούσα να φανταστώ ότι μπορούσε να πληγεί, αφετέρου στη διασπορά των σκαγιών, καθόσον το θύμα βρισκόταν σε απόσταση περίπου 30 μέτρων από μένα, με αποτέλεσμα να υπάρχει μεγάλη διασπορά και να πληγεί χωρίς να έχω στοχεύσει κατ’ αυτού. Διαφορετικά, αν είχα στοχεύσει, τότε θα έπρεπε ο θανών να έχει πληγεί από μεγάλο αριθμό σκαγιών σε όλο του το σώμα, λαμβανομένου υπόψη ότι κάθε φυσίγγιο του δίκαννου περιέχει 39 σκάγια.
Θα ήθελα να επαναλάβω ότι αυτή η ομάδα όλων αυτών των ατόμων δεν είχε έρθει απλά με σκοπό να κλέψει μερικά κοτόπουλα, αλλά να εισβάλει στο ίδιο μου το σπίτι και να μας ληστέψει, έτοιμη για όλα τα ενδεχόμενα. Πιθανολογώ ότι οι δράστες θεώρησαν ότι στο σπίτι μας δήθεν διατηρούμε μεγάλα χρηματικά ποσά ή άλλα αντικείμενα αξίας λόγω της σχέσης μου με τους ιδιοκτήτες της αλυσίδας φούρνων και εστίασης και ότι η προηγηθείσα κλοπή με τα κοτόπουλα ήταν δοκιμαστική, πριν επακολουθήσει η κύρια επιχείρηση κατά της οικίας μου…
Διαφορετικά είναι παράλογο δύο φορές μέσα στην ίδια ημέρα να πηγαίνει κάποιος στο ίδιο σπίτι, για να κλέψει κοτόπουλα και τις δύο φορές…»
ΑΝΑΡΤΗΘΗΚΕ 31-3-2019 από directNEWS.gr