Logo

Ένωση Εισαγγελέων: "Να ανακληθεί η εγκύκλιος Μπούγα με υποδείξεις προς τους εισαγγελείς"



 
 

Μετά την αντίδραση της Εισαγγελέως του Αρείου Πάγου, Γεωργίας Αδειλίνη και μελών της μειοψηφίας του ΔΣ της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων(ΕνΔε) για την ευθεία παρέμβαση στα της Δικαιοσύνης του υφυπουργού Δικαιοσύνης, Ιωάννη Μπούγα, στον χορό των σκληρών ανακοινώσεων μπήκε η Ένωση Εισαγγελέων Ελλάδος και με αρκετή καθυστέρηση και η πλειοψηφία της ΕνΔε.

Η Ένωση Εισαγγελέων Ελλάδος, με σημερινή της ανακοίνωση ,η οποία είναι πιο ξεκάθαρη και κατηγορηματική από αυτήν της ΕνΔε, καταγγέλλει τον κ. Μπούγα για “ευθεία παρέμβαση στο έργο της Δικαιοσύνης και παραβίαση της αρχής της διάκρισης των εξουσιών” και ζητά “προς αποκατάσταση της συνταγματικής τάξης και νομιμότητας, την άμεση ανάκληση της εγκυκλίου” με την οποία ο Υφυπουργός Δικαιοσύνης απηύθυνε εντολές, συστάσεις και οδηγίες στις διοικήσεις των δικαστηρίων και των Εισαγγελιών της χώρας.

Από την πλευρά της η ΕνΔε με την δική της ανακοίνωση κάνει λόγο για «φορείς της εκτελεστικής εξουσίας» που «δεν δύνανται να απευθύνουν υποδείξεις στις διοικήσεις των δικαστηρίων, με τις κατοχυρωμένες στα άρθρα 26 και 87 του Συντάγματος αρχές της διάκρισης των εξουσιών και της ανεξαρτησία της δικαιοσύνης». Επισημαίνει επίσης ότι «η συνεργασία των φορέων της Δικαιοσύνης προϋποθέτει το σεβασμό του διακριτού ρόλου του καθενός και την λόγω και έργω αναγνώριση της αξίας του» αλλά δεν ζητά όπως η ΕνΔε την άμεση απόσυρση της εγκυκλίου Μπούγα.

Ακολουθεί η ανακοίνωση της Ένωσης Εισαγγελέων Ελλάδος:

Με αφορμή το με αριθμό πρωτ. 6751/4-11-2024 έγγραφο του κ. Υφυπουργού Δικαιοσύνης, με το οποίο υποδεικνύει στους Διευθύνοντες τις Εισαγγελίες της χώρας τον τρόπο με τον οποίο αυτοί θα κατανείμουν τις υπηρεσίες των εισαγγελικών λειτουργών, επισημαίνουμε ότι σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 18 και 28 του Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων και Κατάστασης Δικαστικών Λειτουργών:

1. Η εισαγγελία είναι δικαστική αρχή, ανεξάρτητη από τα δικαστήρια και την εκτελεστική εξουσία.

2. Δικαίωμα να απευθύνουν γενικές οδηγίες και συστάσεις σχετικές με την άσκηση των καθηκόντων των εισαγγελικών λειτουργών
έχουν ο μεν Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου προς όλους τους εισαγγελικούς λειτουργούς της χώρας, ο δε εισαγγελέας εφετών προς
τους εισαγγελικούς λειτουργούς της περιφέρειας της εισαγγελίας εφετών.

3. Την εισαγγελία διευθύνει ο εισαγγελέας, ο δε διευθύνων την εισαγγελία του πρωτοδικείου της έδρας ορίζει, με πράξη του, τον ή τους εισαγγελείς της παράλληλης έδρας, καθώς και τα καθήκοντά τους.

Κατόπιν αυτών και δεδομένου ότι τα διαλαμβανόμενα στο ανωτέρω έγγραφο συνιστούν ευθεία παρέμβαση στο έργο της Δικαιοσύνης και παραβίαση της αρχής της διάκρισης των εξουσιών του Κράτους, που αποτελεί θεμέλιο του δημοκρατικού μας πολιτεύματος σύμφωνα με το άρθρο 26 του Συντάγματος, ζητούμε την άμεση ανάκληση του, προς αποκατάσταση της συνταγματικής τάξης και νομιμότητας.

H ανακοίνωση της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων

Σύμφωνα με τις κατοχυρωμένες στα άρθρα 26 και 87 επ του Συντάγματος αρχές της διάκρισης των εξουσιών και της ανεξαρτησία της δικαιοσύνης, οι δικαστικοί λειτουργοί απολαμβάνουν προσωπικής και λειτουργικής ανεξαρτησίας, οι δε φορείς των λοιπών κρατικών λειτουργιών οφείλουν να απέχουν από ενέργειες πού μπορούν να εκληφθούν ως απόπειρα επηρεασμού του δικαστικού έργου (έτσι Διοικ.ΟλΑΠ 2/2024). Σημειώνεται ότι ως δικαστικό έργο νοείται όχι μόνο το αμιγώς δικαιοδοτικό αλλά και αυτό της διοίκησης δικαστηρίων και εισαγγελιών η ευθύνη λειτουργίας των οποίων ανήκει αποκλειστικά στα αιρετά ή τα οριζόμενα από τον ΚΟΔΚΔΛ πρόσωπα.

Ως εκ τούτου οι φορείς της εκτελεστικής εξουσίας δεν δύνανται να απευθύνουν υποδείξεις στις διοικήσεις των δικαστηρίων, όπως προσφάτως συνέβη αναφορικά με τη στελέχωση των παράλληλων και περιφερειακών εδρών, καθώς τέτοιες ενέργειες συνιστούν ανεπίτρεπτη παρέμβαση στο δικαστικό έργο.

Περαιτέρω, επί της ουσίας θεωρούμε ότι η παρουσία δικαστικών λειτουργών σε παράλληλες και περιφερειακές έδρες δικαστηρίων, μετά την κατάργηση των Ειρηνοδικείων, σε καθημερινή βάση, δεν είναι ούτε εφικτή ούτε αναγκαία. Ιδίως μάλιστα όταν το Υπουργείο δεν καταβάλλει τα έξοδα διαμονής και μετακίνησης των δικαστικών λειτουργών που μετακινούνται. Δεν είναι εφικτή διότι με τον τρόπο αυτό σε πολλές περιπτώσεις δεν θα μπορεί να λειτουργήσει απρόσκοπτα το κεντρικό Πρωτοδικείο. Και δεν είναι αναγκαία, διότι στις εξαιρετικές περιπτώσεις που παρουσιάζεται έκτακτη ανάγκη σε περιφερειακή έδρα, το ζήτημα μπορεί να λύνεται όπως συνέβαινε επί δεκαετίες σε αντίστοιχες περιπτώσεις με συνεννόηση της διοίκησης του πρωτοδικείου με τον αιτούντα διάδικο ή τον δικηγόρο. Η κατασπατάληση ανθρώπινου δυναμικού και ωρών εργασίας κινείται αντίστροφα με τη λογική του νομοθέτη για ενοποίηση του πρώτου βαθμού δικαιοδοσίας και αναιρεί τις προσπάθειες επιτάχυνσης του δικαιοδοτικού έργου. Αντίθετα πιστεύουμε ότι εφόσον υφίστανται περιφερειακές έδρες ο διευθύνων το πρωτοδικείο θα πρέπει να εξασφαλίζει την παρουσία προέδρου υπηρεσίας σε αυτές για την εκδίκαση προσωρινών διαταγών, διαταγών πληρωμής, η συχνότητα της οποίας (καθημερινή ή ορισμένη ημέρα της εβδομάδας) θα εξαρτάται από τις ανάγκες της συγκεκριμένης περιφερειακής έδρας, αλλά και τις υπηρεσιακές δυνατότητές (επαρκής αριθμός υπηρετούντων δικαστών). Ευκτέα τυγχάνει η προηγούμενη συνεννόηση του προϊστάμενου του δικαστηρίου με τον οικείο δικηγορικό σύλλογο (βλ. το υπ΄ αριθμόν 1922/9-9-2024 έγγραφο της Προέδρου ΑΠ).

Τέλος, επισημαίνουμε ότι η συνεργασία των φορέων της Δικαιοσύνης προϋποθέτει το σεβασμό του διακριτού ρόλου του καθενός και την λόγω και έργω αναγνώριση της αξίας του. Ως εκ τούτου αναφορές σε «κανονικούς» δικαστές και μη εκ μέρους της ηγεσίας του υπουργείου Δικαιοσύνης δημιουργούν εσφαλμένες εντυπώσεις, απαξιώνουν τη συμβολή και το σημαντικό έργο που έχουν προσφέρει μέχρι σήμερα οι πρώην Ειρηνοδίκες καθώς και τον θεσμικό τους ρόλο ως δικαστικών λειτουργών.

ΑΝΑΡΤΗΘΗΚΕ 6-11-2024 από directNEWS.gr πηγή: documentonews.gr


Τελευταίες Ειδήσεις