Η Εθνική Υπηρεσία Ασφαλείας των ΗΠΑ (NSA) για σχεδόν τρία χρόνια "σάρωνε" τα τηλεφωνικά αρχεία των Αμερικανών, κατά παράβαση...
δικαστικών περιορισμών που προστάτευαν το απόρρητο της ιδιωτικής ζωής.
Επιπλέον, κανείς στην υπηρεσία δεν είχε πλήρη τεχνική κατανόηση του τρόπου με τον οποίο λειτουργούσε το σύστημα επιτήρησης, σύμφωνα με νέα έγγραφα και ανώτερους αξιωματούχους της κυβέρνησης.
Αξιωματούχοι του υπουργείου Δικαιοσύνης ανακάλυψαν το πρόβλημα και το ανέφεραν στο δικαστήριο που επιβλέπει τα προγράμματα παρακολούθησης (FISC), όπως δείχνουν απόρρητα έγγραφα του 2009, που αποχαρακτηρίστικαν την Τρίτη, υπονομεύοντας τους ισχυρισμούς της NSA περί αυτοελέγχου.
Αυτή η παράνομη δραστηριότητα συνεχίστηκε από Μάιος του 2006 ως τον Ιανουάριο του 2009, σύμφωνα με αναφορά του δικαστή Ρέτζι Ουόλτον, προεδρεύοντα σήμερα του Fisa.
Τα έγγραφα αποχαρακτηρίστηκαν μετά από αγωγές που κατέθεσαν οργανώσεις για τα ατομικά δικαιώματα, στον απόηχο των αποκαλύψεων του πρώην αναλυτή της NSA, Έντουαρντ Σνόουντεν.
"Αποκαλύφθηκε τελικά, ότι η εξουσιοδοτήσεις του FISC για αυτό το τεράστιο πρόγραμμα συλλογής [δεδομένων] έχουν ως βάση μια λανθασμένη απεικόνιση του πώς η NSA χρησιμοποιεί αυτά τα τηλεφωνικά δεδομένα", έγραψε ο Ουόλτον στο έγγραφό του.
"Αυτή η λανθασμένη αντίληση από το FISC, που υπήρχε από την έναρξη της άδειας συλλογής το Μάιο του 2006, ενισχύθηκε από τις επανειλημμένες ανακριβείς δηλώσεις στις αναφορές της κυβέρνησης", συνέχιζε.
Οι διαδικασίες προστασίας των προσωπικών δεδομένων "έχουν τόσο συχνά και συστηματικά παραβιαστεί, που μπορούμε δικαίως να πούμε ότι αυτό το κρίσιμο στοιχείο του καθολικού καθεστώς [παρακολούθησης] δεν έχει πλήρως λειτούργησει αποτελεσματικά", σημείωνε.
Οι μαζικές παρακολουθήσεις άρχισαν χωρίς οποιαδήποτε δικαστική απόφαση ή την έγκριση του Κογκρέσου, λίγο μετά τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου του 2001, αλλά τέθηκε υπό δικαστική επιτήρηση το Μάιο του 2006, όταν οι αμερικανικές εταιρείες τηλεφωνίας αρνήθηκαν να προχωρήσουν στην παροχή των δεδομένων μόνο μετά από απλο αίτημα των κυβερνητικών υπηρεσιών.
Σύμφωνα με το πρόγραμμα, η NSA λαμβάνει καθημερινά όλα τα αρχεία των πελατών των εταιρειών τηλεφωνίας της χώρας. Στα αρχεία περιλαμβάνονται αριθμοί, ονόματα, χρόνος και διάρκεια των κλήσεων, αλλά όχι το περιεχόμενο των συνομιλιών.
Στα τέλη Ιανουαρίου του 2009, αξιωματούχοι του υπουργείου Δικαιοσύνης άρχισαν να ενημερώνουν το FISC για διάφορα προβλήματα, όπως ότι η NSA λειτουργεί μια αυτοματοποιημένη «λίστα συναγερμού» με επιλεγμένους αριθμούς τηλεφώνου, χωρίς να πληρεί την απαιτούμενη από το δικαστήριο προϋπόθεση της "λογικής και σαφούς υποψίας" ότι οι αριθμοί συνδέονται με τρομοκράτες.
Σε μία από τις αναφορές αυτές, διαπίστωνε, εξάλλου, ότι τα δεδομένα μοιράζονταν σε αναλυτές της NSA, οι οποίοι δεν είχαν εκπαιδευτεί στο πώς να χειριστούν τις πληροφορίες.
Τον Μάρτιο του 2009, το δικαστήριο έλαβε ένα ασυνήθιστο μέτρο, ζητώντας από την κυβέρνηση να επιδιώκει έγκριση για κάθε περίπτωση χωριστά, προκειμένου να έχει πρόσβαση στη βάση δεδομένων, "εκτός εάν είναι απαραίτητη για την προστασία έναντι άμεσης απειλής κατά ανθρώπινης ζωής".
Ο Ουόλτον εξέφρασε την αγανάκτησή του για τις ανακριβείς περιγραφές του τρόπου χρήσης της βάσης δεδομένων από την NSA, λέγοντας ότι επιβράδυναν τις προσπάθειες διόρθωσης των λαθών.
"Η αποτυχία της κυβέρνησης να εξασφαλίσει ότι οι υπεύθυνοι υπάλληλοι κατανοούν επαρκώς την λειτουργία της "λίστας συναγερμού" της NSA, και να αναφέρουν με ακρίβεια την εφαρμογή της στο δικαστήριο, εμπόδισε για περισσότερο από δύο χρόνια, τόσο την κυβέρνηση όσο και το FISC να λάβει μέτρα για την αντιμετώπιση των καθημερινών παραβιάσεων", έγραψε ο Ουόλτον.
Τον Νοέμβριο του 2009, ο δικαστής διαπίστωνε επίσης την ότι η NSA αναζητούσε αριθμούς τηλεφώνου, ακόμα και πολύ καιρό αφότου είχαν κριθεί ως "άνευ σημασίας" και εξέφραζε την ανησυχία του ότι εκτίθενται πληροφορίες πολιτών, οι οποίοι δεν αποτέλεσαν αντικείμενο έρευνας από το FBI.
ΑΝΑΡΤΗΘΗΚΕ 11-9-2013 από directNEWS.gr
σχετικά θέματα:
Σε... ανικανότητα αποδίδει η NSA τις παράνομες παρακολουθήσεις