Logo

ΣΚΑΝΔΑΛΟ: Εννέα χρόνια στα “ανακριτικά συρτάρια” δικογραφία για ξέπλυμα μαύρου χρήματος!



 
 

Επί εννέα σχεδόν χρόνια παραμένει στα ανακριτικά συρτάρια δικογραφία που αφορά εμπλοκή “ανθρώπων της νύχτας” σε νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες.

Η υπόθεση αφορά συλλήψεις δεκάδων προσώπων που είχαν γίνει το Φεβρουάριο του 2011 για εγκληματική οργάνωση, ξέπλυμα, εκβιάσεις, εκρήξεις, πλαστογραφίες κ.λ.π.

Το 2012 με βούλευμα διαχωρίστηκε η δικογραφία που αφορούσε τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, προκειμένου να συνεχιστεί η ανάκριση.

Ενώ όμως κάποιοι από τους κατηγορούμενους δικάστηκαν και καταδικάστηκαν τόσο σε πρώτο (2015) όσο και σε δεύτερο βαθμό (2020) για τα υπόλοιπα αδικήματα, η δικογραφία που αφορά στο ξέπλυμα μαύρου χρήματος παραμένει ακόμα ανοιχτή σε ανακριτικό γραφείο του Πειραιά.

Γι’ αυτό το λόγο ο ποινικολόγος Ιωάννης Λαμπίρης υπέβαλε αναφορά στην Εισαγγελία του Αρείου Πάγου, υποστηρίζοντας ότι με το διαχωρισμό της δικογραφίας «υπήρξε αυταπόδεικτη βλάβη στην ορθή απονομή της Δικαιοσύνης αφού παραβιάζεται κατάφωρα το άρθρο 6 παρ. 1 της ΕΣΔΑ και το άρθρο 14 παρ. 3 Γ του Διεθνούς Συμφώνου για τα Ατομικά και Πολιτικά Δικαιώματα», σύμφωνα με τα οποία κάθε πρόσωπο που κατηγορείται για ποινικό αδίκημα πρέπει να δικαστεί χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση.

Έτσι η πρόταση του εισαγγελέα Πρωτοδικών Πειραιά προς το αρμόδιο Δικαστικό Συμβούλιο (19-6-2020) για συνέχιση της ανάκρισης είναι «καταφανώς προσχηματική» και έχει ως στόχο να συγκαλύψει πειθαρχικές ευθύνες λειτουργών της Δικαιοσύνης που επί δέκα χρόνια άφηναν τη σχετική δικογραφία να “λιμνάζει” στα συρτάρια τους…

Αναφέρει συγκεκριμένα στην αναφορά του προς την εισαγγελία του Αρείου Πάγου ο κ. Ι. Λαμπίρης:

«Πάγια κριτήρια για τον προσδιορισμό του ευλόγου χρόνου της ποινικής διαδικασίας η νομολογία επικαλείται:

α) την πολυπλοκότητα της υπόθεσης,

β) τον τρόπο διεξαγωγής της διαδικασίας υπό την ευθύνη των εθνικών δικαιοδοτικών οργάνων,

γ) τη σημασία και βαρύτητα της υπόθεσης και

δ) τη συμπεριφορά και διαγωγή του προσφεύγοντος σε διάφορα στάδια της ποινικής διαδικασίας».

Και συνεχίζει υποστηρίζοντας πως στην εν λόγω υπόθεση υπήρξε «εκκωφαντική καθυστέρηση στο στάδιο της ανάκρισης καθώς από την άσκηση ποινικής διώξεως το 2011, η δικογραφία ενταφιάσθηκε στα συρτάρια ανακριτικού γραφείου για μια οκταετία και πλέον, δίχως να ενδιαφερθεί για την έκβαση αυτής ο αρμόδιος Εισαγγελέας ή ο αρμόδιος Ανακριτής ή ο Διευθύνων ή Εποπτεύων την Ανάκριση ή αρμόδιος Επιθεωρητής».

Και καταλήγει: «Οι χρονίσασες πληγές της Ελληνικής Δικαιοσύνης, με κυρίαρχα τα έλκη των πάσης φύσεως ανεπαρκειών και ανικανοτήτων, με προέχουσα την καθυστέρηση στην απονομή της Δικαιοσύνης, έχουν περιαγάγει αυτή σε κατάσταση αμφισβήτησης και αναποτελεσματικότητας, ιδίως όταν η καθυστέρηση αυτή, προκαλεί βλάβη στο πρόσωπο του κατηγορουμένου, υπό το παρατεταμένο άγχος, την ψυχική καταπόνηση και την αβεβαιότητα του χρόνου έκβασης της υποθέσεώς του, ως ακριβώς συμβαίνει στην περίπτωσή μου. Εντούτοις, πίστευα και πιστεύω στη διάκριση μεταξύ της Δικαιοσύνης και των φορέων της.

Η Δικαιοσύνη, ως οντότητα πνευματική, αναγνωρίζεται και επιβάλλει ανελέγκτως την αυθεντία της. Οι δικαστικοί όμως και εισαγγελικοί λειτουργοί θα πρέπει να υπόκεινται σε διαρκή και άγρυπνο έλεγχο και πρέπει να πείθουν με τις αποφάσεις τους και τη συμπεριφορά τους, να δικαιώνουν την αποστολή τους και να στηρίζουν με τα έργα τους την αυθεντία της δικαιοσύνης. Υπό το ως άνω πνεύμα απευθύνομαι ενώπιόν σας».

ΑΝΑΡΤΗΘΗΚΕ 4-7-2020 από directNEWS.gr


Τελευταία Δικαστικά