Την Τρίτη, τρία χρόνια μετά την έναρξη της ακροαματικής διαδικασίας για την υπόθεση με τα επισφαλή δάνεια της Proton Bank, ύψους 700 εκατομμυρίων ευρώ, αγόρευσε η εισαγγελέας της έδρας του Τριμελούς Εφετείου της Αθήνας και πρότεινε προς το δικαστήριο να κηρύξει ενόχους τους 27 από τους συνολικά 43 κατηγορούμενους.
Η εισαγγελέας συγκεκριμένα, ζήτησε την ενοχή των 27 κατηγορουμένων για τα αδικήματα, κατά περίπτωση, της απάτης ,της συνέργεια στην απάτη, της απιστίας και της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματική δραστηριότητα (ξέπλυμα βρώμικου χρήματος).
Παράλληλα, ζήτησε όσοι από τους 27 αντιμετωπίζουν το αδίκημα της υπεξαίρεσης και της εγκληματικής οργάνωσης να απαλλαγούν από αυτά. Όπως χαρακτηριστικά είπε η δράση των κατηγορουμένων δεν φέρει τα χαρακτηριστικά που απαιτεί η σχετική διάταξη, καθώς η δομή της ομάδας ήταν περισσότερο ευκαιριακή και χωρίς σκοπό να αναπτυχθεί εγκληματική δράση σε βάθος χρόνου.
Κατά την αγόρευσή της η εισαγγελέας είπε πως ο Λαυρέντης Λαυρεντιάδης από κοινού με διοικητικά στελέχη της Τράπεζας PROTON και στενούς του συνεργάτες κατέστρωσαν και υλοποίησαν σχέδιο παράνομης άντλησης κεφαλαίων από την Τράπεζα, της οποίας ο επιχειρηματίας είχε αποκτήσει τον έλεγχο. Τα εν λόγω ποσά δόθηκαν χωρίς τις απαιτούμενες εξασφαλίσεις, υπό μορφή παράνομων πιστοδοτήσεων, για τις οποίες ευθύνονται οι ανωτέρω κατηγορούμενοι.
Ή εισαγγελέας ανέφερε πως τα επίδικα κεφάλαια χορηγήθηκαν ως δάνεια προς νεοπαγείς εταιρείες που δημιουργήθηκαν από τους συγκατηγορουμένους και συνεργούς του Λ. Λαυρεντιάδη, προκειμένου να αγοράσουν οι τελευταίοι εταιρείες του Ομίλου του που τυπικά μόνον εκποιήθηκαν.
Ωστόσο, κατά την ίδια, οι εταιρείες που είχαν εξαγοραστεί με αυτόν τον τρόπο, παρέμειναν επί της ουσίας συνδεδεμένες με τον Όμιλο Λαυρεντιάδη και ήταν ελεγχόμενες από αυτόν, τα δε κεφάλαια, ύψους εκατοντάδων εκατομμυρίων ευρώ, φαίνεται ότι εξυπηρέτησαν ανάγκες ρευστότητας των συνδεδεμένων εταιρειών και της καταρρέουσας ALAPIS. Η οποία, παρά την κραταιή εικόνα που παραπλανητικά εμφάνιζε καθ' όλη τη διάρκεια του εγχειρήματος, ότι βρισκόταν σε δεινή οικονομική κατάσταση και δη εν γνώσει των κατηγορουμένων, εξ ου και πολύ σύντομα κατέρρευσε.
Η εισαγγελική λειτουργός πρόσθεσε πως μεγάλο μέρος των επίμαχων χρηματικών ποσών κατέληξε, κατά την εισαγγελέα, σε προσωπικούς λογαριασμούς κατηγορουμένων, των οποίων προτάθηκε η ενοχή για το αδίκημα του «ξεπλύματος βρώμικου χρήματος», ενώ διαπιστώθηκαν και αναλήψεις ποσών σε μετρητά.
Επιπλέον, είπε, ότι στο πλαίσιο της προαναφερόμενης εξεύρεσης ζωτικών κεφαλαίων για την ήδη καταβαραθρωμένη ALAPIS που στερείτο ταμειακών διαθεσίμων, ο Λ. Λαυρεντιάδης και 5 ακόμη συγκατηγορούμενοί του εξαπάτησαν στελέχη των εταιρειών του Ομίλου Sciens, προκειμένου να τους αποσπάσουν το ποσό των 35.000.000 Ευρώ, μέσω μιας επένδυσης αγοράς ακινήτων σε αξία πολλαπλάσια της εμπορικής και επαναμίσθωσής τους από εταιρείες που κατ' ουσίαν ανήκαν στον Όμιλο ALAPIS.
Στην επίτευξη της απατηλής και επιζήμιας αυτής συμφωνίας, κατά την εισαγγελέα, οδήγησαν οι ψευδείς διαβεβαιώσεις των εν λόγω κατηγορουμένων ότι η δωδεκαετής αυτή μίσθωση των ακινήτων ήταν δήθεν εξασφαλισμένη λόγω της υποτιθέμενης ισχυρής οικονομικής θέσης της ALAPIS και του Λ. Λαυρεντιάδη.
Αντίθετα, η εισαγγελέας, πρότεινε να κηρυχθούν αθώοι 18 κατηγορούμενοι, μεταξύ των οποίων και μέλη της οικογένειας του Λαυρεντιάδη, καθώς, κατά την άποψή της, δεν αποδείχθηκε η συμμετοχή τους στην εξεταζόμενη απάτη ούτε πρόθεσή τους να ζημιώσουν την περιουσία της PROTON BANK.
ΑΝΑΡΤΗΘΗΚΕ 14-7-2020 από directNEWS.gr