Logo

Δίκη αγγειοχειρουργού: «Υποδείκνυε εμένα ως ύποπτο» για τη δολοφονία κατέθεσε ο σύζυγος της 36χρονης μεσίτριας



 
 

“Ακόμη και μετά τον εντοπισμό του πτώματος, δεν ομολόγησε. Όλες οι ενέργειες ήταν σχεδιασμένες”. Τα παραπάνω ανέφερε, μεταξύ άλλων, ο σύζυγος της θανούσας για τον 43χρονο ειδικευόμενο αγγειοχειρουργό ο οποίος δικάζεται στο Δευτεροβάθμιο Μικτό Εφετείο Θεσσαλονίκης για την ανθρωποκτονία της 36χρονης μεσίτριας.

“Τίποτα δεν προμήνυε ότι θα ζούσαμε ένα δράμα, μοναδικό στα παγκόσμια χρόνια. Ήταν μια υγιέστατη γυναίκα, γέννησε φυσιολογικά τρία παιδιά. Έκανε δύο εγχειρήσεις για αφαίρεση κυρσών, με γενική νάρκωση. Όμως δεν είχε λυθεί πλήρως το πρόβλημα” ανέφερε ο μάρτυρας πως η σύζυγος του έφθασε να απευθυνθεί στον ειδικευόμενο αγγειοχειρουργό του «Ιπποκράτειου» νοσοκομείου Θεσσαλονίκης.

“Στις 26 Απριλίου, ήταν δεύτερο ραντεβού. Φυσικά δεν μπορούσαμε να φανταστούμε τι θα συμβεί. Μας καθησύχαζε. Πήγε μόνη στο νοσοκομείο. Εκεί χάσαμε κάθε επαφή. Από 9.30 το βράδυ αρχίσαμε να ανησυχούμε. Είχα κακό προαίσθημα γιατί η Ντιάνα δεν έλειπε ποτέ. Δεν απαντούσε στο τηλέφωνο και σε μηνύματα. Άρχισαν να με ζώνουν τα φίδια. Πήγαμε με το γιο μου να την ψάξουμε στο Ιπποκράτειο. Ήταν αδιανόητο για μένα να εμπλέκεται νοσοκομείο ή γιατρός σε τέτοιο πράγμα”.

Ο μάρτυρας αναφέρθηκε στην επικοινωνία του με τον γιατρό: “Η καταγγελία στην αστυνομία έγινε την άλλη μέρα, το μεσημέρι . Βρήκα στοιχεία του γιατρού, του έστειλα μήνυμα, δεν απάντησε. Τον πήρα στο σταθερό στο νοσοκομείο. Μου είπε ότι «δεν ήρθε και ότι ήταν φοβισμένη». Τον ευχαρίστησα”.

“Στην αρχή δεν έκανα αναφορά για τον γιατρό γιατί δεν τον θεωρούσα ύποπτο. Ήμουν κι εγώ ύποπτος. Μετά τους είπα για τον γιατρό και τον κάλεσαν για κατάθεση. Εξαρχής εμφανίστηκε με δικηγόρο και αρνήθηκε τα πάντα. Υποδείκνυε εμένα. “Ο μόνος που είχε λόγο να σκοτώσει τη Ντιάνα είναι ο σύζυγος της” έλεγε. Με υποδείκνυε ως δολοφόνο. Ζούσα μια μεγάλη αγωνία. Όταν βρέθηκε το σώμα της, λυτρωθήκαμε”.

Σχετικά με την ανεύρεση της σορού της ατυχής 36χρονης, ο σύζυγος της επισήμανε τα εξής: “Σε μία χαράδρα, δίπλα σε μια χωματερή, βρέθηκε το πτώμα της γυναίκας μου. Ήθελε να την πετάξει εκεί για να μην τη βρει κανένας. Ήταν γυμνή. Την αναγνώρισα από το σωματότυπο. Είδα ένα σκουλαρίκι που της είχα πάρει εγώ. Ήταν αγνώριστη. Επτά μέρες μέσα στο λιοπύρι , με έντομα και ζώα δίπλα της… Ακόμη και μετά τον εντοπισμό του πτώματος, δεν ομολόγησε. Όλες οι ενέργειες ήταν σχεδιασμένες”.

Σύμφωνα με τη δικογραφία, η 36χρονη μεσίτρια, είχε εξαφανιστεί τον Απρίλιο του 2017, ύστερα από επίσκεψή της στο Ιπποκράτειο Νοσοκομείο Θεσσαλονίκης και βρέθηκε τελικώς νεκρή σε απόκρημνη περιοχή της Χαλκιδικής.

Το ιστορικό της υπόθεσης

Η άτυχη γυναίκα, μητέρα τριών παιδιών, είχε επισκεφθεί το Ιπποκράτειο Νοσοκομείο σε ημέρα γενικής εφημερίας για να υποβληθεί σε θεραπεία αφαίρεσης κιρσών από τα πόδια. Αφού ο 43χρονος, σήμερα, γιατρός την οδήγησε σε εγκαταλελειμμένο χώρο του νοσοκομείου, της χορήγησε δύο ισχυρά αναισθητικά φάρμακα, τα οποία, σύμφωνα με όσα είχαν καταθέσει μάρτυρες στην πρωτόδικη δίκη, δεν ήταν απαραίτητα για τέτοιου είδους επεμβάσεις. Τα αναισθητικά φαίνεται να προκάλεσαν στη γυναίκα άπνοια και αναπνευστική καταστολή, με συνέπεια να επέλθει ο θάνατός της.

Στη συνέχεια, ο κατηγορούμενος, κατά τη δικογραφία, «φόρτωσε» την 36χρονη στο αυτοκίνητό του και την οδήγησε στη Χαλκιδική, πετώντας το πτώμα της σε γκρεμό στην περιοχή Παλιούρι, όπου βρέθηκε τα επόμενα 24ωρα σε κατάσταση αποσύνθεσης.

Η αστυνομία από την πρώτη στιγμή τον είχε θεωρήσει ύποπτο, καθώς ήταν ο τελευταίος που εμφανιζόταν να έχει επικοινωνία μαζί της. Δεν ήταν, όμως, μόνο οι τηλεφωνικές επικοινωνίες που τον «πρόδωσαν», αλλά και το gps στη συσκευή του κινητού του τηλεφώνου, το οποίο αποτύπωνε όλη τη διαδρομή που ακολούθησε από τη Θεσσαλονίκη προς τη Χαλκιδική, ενώ -επιπλέον- στο αυτοκίνητό του βρέθηκε βιολογικό υλικό της θανούσας.

Ο ίδιος στην πρωτοβάθμια δίκη είχε υποστηρίξει ότι ο θάνατος της γυναίκας ήταν αποτέλεσμα ιατρικού λάθους, ενώ επιχειρώντας να δικαιολογήσει τις μετέπειτα ενέργειές του απολογήθηκε ότι τα έχασε, όταν διαπίστωσε ότι η ασθενής ήταν νεκρή. «Δεν βρήκα το θάρρος να απευθυνθώ σε κάποιον να πω τι είχε συμβεί. Δεν μπορούσα να το αποδεχθώ, ούτε να σκεφθώ ψύχραιμα. Την έβαλα στο αυτοκίνητο κι άρχισα να οδηγώ. Ήμουν χαμένος τελείως», ανέφερε χαρακτηριστικά.

Για την υπόθεση το Διοικητικό Εφετείο Θεσσαλονίκης επιδίκασε στους συγγενείς της 36χρονης αποζημίωση ύψους 700.000 ευρώ, σύμφωνα με τη συνήγορό τους.

ΑΝΑΡΤΗΘΗΚΕ 24-5-2022 από directNEWS.gr πηγή:grtimes.gr


Τελευταία Δικαστικά