Logo

Όλη η εισαγγελική διάταξη για τη φονική πυρκαγιά στο Μάτι



 
 

Η διάταξη των εισαγγελέων για τη φονική πυρκαγιά στο Μάτι αριθμεί περίπου 300 σελίδες και σε αυτές εντοπίζονται ευθύνες για παραλείψεις τόσο κατά την πρόληψη όσο και κατά τη διάρκεια της φωτιάς, κυρίως στη γενική γραμματεία Πολιτικής Προστασίας, στο Πυροσβεστικό Σώμα, στην Αστυνομία, στην Περιφέρεια Αττικής και στους δήμους Ραφήνας και Μαραθώνα.

Οι εισαγγελείς περιγράφουν τι έπρεπε να είχε γίνει και δεν έγινε, ενώ διαπιστώνουν δυσλειτουργίες και αρρυθμίες στη διαχείριση της κατάστασης, με συνέπεια η καταστροφική πυρκαγιά να καταλήξει σε τραγωδία με 100 νεκρούς.

H εισαγγελική διάταξη περιλαμβάνει τα συμπεράσματα που προέκυψαν από την έρευνα την οποία διενήργησαν ο πρώην προϊστάμενος της Εισαγγελίας Πρωτοδικών της Αθήνας, Ηλίας Ζαγοραίος και οι εισαγγελείς Πρωτοδικών Νίκος Φιστόπουλος και Κώστας Σπυρόπουλος και οδήγησε στην άσκηση ποινικών διώξεων σε βάρος 20 ατόμων.

Η Πολιτική Προστασία

«Ο μηχανισμός Πολιτικής Προστασίας της Χώρας γενικά δεν λειτούργησε  κατά τα προβλεπόμενα από το σχετικό νόμο και σύμφωνα με τις σχετικές εγκυκλίους σε όλες τις φάσεις της αντιμετώπισης της πυρκαγιάς και γενικά της διαχείρισης του εν λόγω καταστροφικού φαινομένου και κρίσης, καθώς δεν ανταποκρίθηκε αποτελεσματικά και με επάρκεια στην εκ του νόμου αποστολή του και τις προβλεπόμενες από αυτόν αρμοδιότητές του», υπογραμμίζεται στην εισαγγελική διάταξη.

Αναλυτικότερα κατά την εισαγγελική κρίση ο μηχανισμός πολιτικής προστασίας αποδείχθηκε τελικά και εκ του αποτελέσματος, ότι κατά το χρονικό διάστημα που μεσολάβησε από τη λήξη της προηγούμενης αντιπυρικής περιόδου μέχρι και την έναρξη της τρέχουσας, δεν κατόρθωσε όπως επιβάλλονταν εκ του νόμου και της αποστολής του, αλλά και των σχετικών εγκυκλίων της ΓΓΠΠ, να είναι στην πράξη -και όχι επί χάρτου- κατάλληλα και έγκαιρα προετοιμασμένος και επαρκώς επιχειρησιακά οργανωμένος και να βρίσκεται σε κατάσταση αυξημένης ετοιμότητας, όταν οι συνθήκες το απαίτησαν, όπως στην προκειμένη περίπτωση που ο δείκτης κινδύνου πυρκαγιάς είναι υψηλός, προκειμένου να αντιμετωπίσει και γενικά να διαχειριστεί ταυτόχρονα και μάλιστα στην ίδια ή έστω σε άλλη Περιφέρεια ταυτόχρονα δύο μεγάλες  καταστροφές, όλων των δασικών πυρκαγιών και με την έκταση και ένταση σαν αυτές που εκδηλώθηκαν στην Κινέττα και στο Νταού Πεντέλης – Καλλιτεχνούπολη, Ν. Βουτζά – Μάτι – Κόκκινο Λιμανάκι, στις 23 Ιουλίου.

Οι εισαγγελείς τονίζουν ότι ο κίνδυνος της φωτιάς έμοιαζε υποβαθμισμένος εάν μάλιστα συγκριθεί με την αντιμετώπιση που υπήρξε στην άλλη πυρκαγιά που έκαιγε στην Κινέττα.

Χαρακτηριστικά στη διάταξη αναφέρεται: «Αν είχε κατ’ ελάχιστο λειτουργήσει το σύστημα πολιτικής προστασίας και είχε ενεργοποιηθεί ένας μηχανισμός ενημέρωσης – προειδοποίησης των κατοίκων των περιοχών που απειλούνταν, εκείνοι θα είχαν τον χρόνο να απομακρυνθούν πριν πλησιάσει η φωτιά ή ο καπνός και το θερμικό φορτίο, ακόμη και με ίδια μέσα και όχι απόλυτα οργανωμένα ή έστω να λάβουν μέτρα αυτοπροστασίας έγκαιρα και έτσι να αποτραπούν οι τραγικές συνέπειες για τη ζωή τους».

Η Περιφέρεια: Οι συμβάσεις συντήρησης και καθαρισμού

Οι εισαγγελείς θεωρούν ότι οι συμβάσεις που είχε υπογράψει η Περιφερειάρχης, Ρένα Δούρου με ανάδοχες εταιρίες και αφορούσαν εργασίες συντήρησης και καθαρισμού δεν σχετίζονται στις περισσότερες περιπτώσεις με τις περιοχές που εκδηλώθηκε η φονική φωτιά.

Όπως σημειώνουν μία κρίσιμη σύμβαση έληξε σε χρόνο που απέχει τουλάχιστον 18 μήνες από το συμβάν. Επομένως, «ακόμη και αν αφορούσε τις κρίσιμες περιοχές και το αντικείμενο της σχετιζόταν με τις υποχρεώσεις που έπρεπε να τηρηθούν από την Περιφέρεια Αττικής η πάροδος τόσου χρόνου από την ολοκλήρωση της δεν μπορεί να στηρίξει πραγματικά ισχυρισμό περί τήρησης της σχετικής υποχρέωσης».

Επιπλέον,  σύμβαση η οποία φέρεται κατά το χρόνο της πυρκαγιάς να ήταν σε ισχύ δεν περιορίζεται συγκεκριμένα το αντικείμενο της ούτε ποιες περιοχές αφορούσε. 

Οι δήμοι  Μαραθώνα και Ραφήνας

Οι εισαγγελείς εντοπίζουν σοβαρές παραλείψεις στις ενέργειες των Δήμων Μαραθώνα και Ραφήνας.

Οι Δήμοι, συγκεκριμένα, δεν διαπιστώθηκε ότι προέβησαν, ως όφειλαν, στην αρχή της αντιπυρικής  περιόδου στην εκτέλεση προγραμμάτων μείωσης του κινδύνου από την εξέλιξη της πυρκαγιάς, με την προληπτική απομάκρυνση μέρους της βλάστησης σε περιοχές της εδαφικής τους αρμοδιότητας, Επίσης, δεν προέβησαν κατά την εκδήλωση της πυρκαγιάς στην ενεργοποίηση μνημονίου ενεργειών για την εφαρμογή του Γενικού Σχεδίου Αντιμετώπισης Εκτάκτων Αναγκών. Παράλληλα, δεν ενεργοποίησαν  όπως είχαν υποχρέωση, τα Συντονιστικά  Τοπικά τους Όργανα, τόσο προληπτικά όσο και την ημέρα εκδήλωσης και εξέλιξης της πυρκαγιάς, ώστε να παρασχεθούν στοιχεία για την πορεία εξέλιξης του καταστροφικού φαινομένου, καθώς για τις συνέπειές του,  για την υποστήριξη του έργου του Πυροσβεστικού Σώματος, για τον έλεγχο και την καταστολή της πυρκαγιάς.

Ακόμη δεν διέθεσαν μέσα αλλά και προσωπικό με βάση την ιεράρχηση για την υποστήριξη του έργου της Πυροσβεστικής, ενώ την ημέρα της πυρκαγιάς «δεν λειτουργούσαν τα προβλεπόμενα γραφεία πολιτικής προστασίας σε κάθε Δήμο, προκειμένου να δρομολογήσουν δράσεις που συνδέονται με την εξασφάλιση της επικοινωνίας με τους λοιπούς επιχειρησιακά εμπλεκόμενους φορείς».

Κατά τους εισαγγελείς «η όλη διαχείριση των μέσων για την αντιμετώπιση της πυρκαγιάς κυριαρχείται από τη μη επιβεβαίωση της πραγματικής εκτέλεσης των ενεργειών ή επιχειρησιακών σχεδίων όχι μόνο από τους αξιωματικούς του πυροσβεστικού σώματος, αλλά από όλους τους εμπλεκόμενους φορείς υπό την έννοια, ότι σχεδόν όλοι οι υπεύθυνοι και αρμόδιοι αρκούνται στο να δίνεται η εντολή ή να συντάσσεται το έγγραφο, χωρίς όμως κάποιος να ελέγχει αν πράγματι η ενέργεια εκτελέστηκε ή ποτέ εκτελέστηκε. Ουσιαστικά δηλαδή, διαπιστώθηκε μια τυπική και γραφειοκρατική λειτουργία των φορέων, η οποία δεν αποτυπώνει την πραγματικότητα, όπως αυτή εκδηλώνεται και εκφράζεται από την εκτέλεση των ενεργειών και των αποτελεσμάτων αυτών...».

Η Πυροσβεστική Υπηρεσία: Η ανύπαρκτη αεροπυρόσβεση, η μη χρήση πυροσβεστικών πλοίων και η μη κινητοποίηση της ΕΜΑΚ

 Οι εισαγγελείς τονίζουν ότι «δόθηκε εντολή να συνδράμουν της επιχείρησης πυρόσβεσης-αεροπυρόσβεσης σε τέσσερα αεροσκάφη, πλην όμως η εντολή αυτή πέραν του ότι δόθηκε αργά, δεν κατέστη δυνατόν να επιχειρήσουν και δεν προσέφεραν στις επιχειρήσεις αεροπυρόσβεσης για διάφορους λόγους, όπως πολύ ισχυροί άνεμοι και τεχνικά προβλήματα. Η ηγεσία του πυροσβεστικού σώματος δεν χρησιμοποίησε επιχειρησιακά, παρόλο που είχε ιδιαίτερη νομική υποχρέωση προς τούτο, και τα δύο εκ των τριών πυροσβεστικών πλοίων, που εδρεύουν στο 5ο λιμενικό πυροσβεστικό σταθμό στον Πειραιά, τα οποία θα μπορούσαν να συνδράμουν τη λιμενική αρχή Ραφήνας και να βοηθήσουν μαζί με τα υπόλοιπα πλωτά μέσα στην δια θαλάσσης διάσωση ατόμων από την θαλάσσια περιοχή στο Μάτι και το Κόκκινο Λιμανάκι, όπου είχαν καταφύγει κάτοικοι για να προφυλαχθούν από την πυρκαγιά. Η συνδρομή των ως άνω πλοίων στην διάσωση ατόμων από τη θάλασσα, με δεδομένα τα ανωτέρω τεχνικά χαρακτηριστικά, αλλά και την μεταφορική ικανότητα τους, θα ήταν πολύ σημαντική και ουσιαστική στη διάσωση ατόμων που κινδύνεψαν και τελικά πνίγηκα. Επίσης η ηγεσία του πυροσβεστικού σώματος και η διοίκηση του ΕΣΚΕ δεν κινητοποίησαν, ως όφειλαν εκ της αποστολής τους την Ειδική μονάδα Αντιμετώπισης καταστροφών(ΕΜΑΚ)».

Το Λιμενικό Σώμα: Μη λήψη μέτρων από την λιμενική αρχή Ραφήνας 

Στην εισαγγελική διάταξη διαπιστώνεται ότι  «Η κατάσταση με την κίνηση των οχημάτων επιβαρύνθηκε επιπλέον από την μη λήψη μέτρων από την αρμόδια λιμενική αρχή Ραφήνας, καθώς παρά το γεγονός ότι η κατάσταση στην περιοχή, ήτοι η ύπαρξη φωτιάς, ορατή ήδη από την ώρα εκδήλωσης της, η πορεία της προς το θαλάσσιο μέτωπο, η ύπαρξη πυκνού καπνού, ήταν αντιληπτή από τα στελέχη του λιμενικού σώματος, και αποτελούσε δίδαγμα κοινής πείρας ότι θα δημιουργούνταν προβλήματα από την άτακτη κίνηση των οχημάτων στην προσπάθειά τους να βρουν οδούς διαφυγής από την καιόμενη περιοχή, επέτρεψε τον λιμενισμό δύο επιβατηγών-οχηματαγωγών πλοίων στο λιμάνι της Ραφήνας και την αποβίβαση επιβατών και οχημάτων, τα οποία κινήθηκαν στη συνέχεια είτε επί της οδού Φλέμινγκ προς λεωφόρο Μαραθώνος και Αθήνα είτε επί της παραλιακής στο Μάτι προς Νέα Μάκρη. Αποτέλεσμα ήταν να επιβαρυνθεί επιπλέον η κυκλοφορία και να μειωθεί καταλυτικά η δυνατότητα διαφυγής των οχημάτων».

Η Ελληνική Αστυνομία και οι παραλείψεις της: Ο μη αποκλεισμός της εισόδου στο Μάτι και ο εγκλωβισμός των οχημάτων

Οι εισαγγελείς από την αξιολόγηση όλων των στοιχείων κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι η ετοιμότητα των αρμοδίων «ήταν μόνο σε επίπεδο προβλέψεων και εγγράφων, χωρίς στην πραγματικότητα να εκτελεστεί, ήτοι και πάλι διαπιστώνεται η τυπική μόνο συμμόρφωση στις νομοθετικές προβλέψεις- επιταγές με την έκδοση των σχετικών εγγράφων χωρίς όμως να υλοποιούνται οι εντολές και παραπέρα να ελέγχεται η υλοποίηση τους...».

Κατά την κρίση τους «ο μη αποκλεισμός της εισόδου των οχημάτων στο Μάτι από κάθετες οδούς, που διασταυρώνονταν με την λεωφόρο Μαραθώνος καθόλη τη διάρκεια από την εκδήλωση της πυρκαγιάς στην Νταού Πεντέλης, την εξάπλωση της στον οικισμό του Νέου Βουτζά και στη συνέχεια στο Μάτι αποτέλεσε κομβική παράλειψη των αρμοδίων αξιωματικών της ελληνικής αστυνομίας... Δεν υπήρχε επαρκής αριθμός αστυνομικών οργάνων κατά το κρίσιμο χρονικό διάστημα, δηλαδή πριν περάσει το μέτωπο της πυρκαγιάς σε κάποιο σημείο την λεωφόρο Μαραθώνος, ώρα 18.20 μμ, και κατευθυνθεί προς το Μάτι, προκειμένου να βοηθήσει στην εκτροπή των μεταφορικών μέσων (αποσυμφόρηση της κυκλοφορίας), και την οδήγηση τους προς ασφαλή από την πυρκαγιά περιοχή. Η αποστολή περισσότερων δυνάμεων προκειμένου να παράσχουν συνδρομή ήταν αρμοδιότητα του γενικού αστυνομικού διευθυντή της ελληνικής αστυνομίας.

Η έλλειψη σε αριθμό ανδρών και μέσων κατά την εξέλιξη της Πυρκαγιάς έτσι ώστε να λάβουν τα κατάλληλα μέτρα κυκλοφοριακής διαχείρισης στην περιοχή, ακόμη και αν γίνει δεκτό ότι επιχειρησιακά ήταν δόκιμη η ως άνω διευθέτηση με το συγκεκριμένο τρόπο και χρόνο, οφείλεται στην μη θέση σε πραγματική ετοιμότητα των αστυνομικών δυνάμεων, καθώς οι υπεύθυνοι αξιωματικοί της ελληνικής αστυνομίας αρκέστηκαν στην γραμματική διατύπωση των εντολών, οι οποίες δεν προέκυψε ότι εκτελέστηκαν-υλοποιήθηκαν σε πραγματικό επίπεδο...

Επειδή οι εκτροπές έγιναν και σε σημεία του εσωτερικού οδικού δικτύου στο Μάτι δημιουργήθηκε ξαφνικά μπλοκάρισμα στα οχήματα, που κινούνταν ήδη εκεί, καθώς ξαφνικά η διακοπή της κίνησης δημιούργησε συμφόρηση εσωτερικά στην περιοχή και έτσι δεν μπορούσαν να απεγκλωβιστούν τα οχήματα και να διαφύγουν από την περιοχή. Αποτέλεσμα όλων των ανωτέρω ήταν τελικά να εισέλθει μεγάλος αριθμός οχήματος στο Μάτι πλέον αυτών που ήδη υπήρχαν εκεί και κινούνταν ή ήταν σταθμευμένα και κινήθηκαν στη συνέχεια, όταν οι κάτοικοι άρχισαν να κινούνται πανικόβλητοι για να απομακρυνθούν από την περιοχή.

Έτσι η κίνηση των οχημάτων γινόταν άτακτα με συνέπεια να δημιουργηθεί συμφόρηση στους στενούς δρόμους και τελικά να εγκλωβιστούν...»

Οι επικοινωνίες δείχνουν την απόλυτη έλλειψη οργάνωσης

Στην εισαγγελική διάταξη περιγράφεται μία παντελής έλλειψη οργάνωσης και επισημαίνεται η  απουσία συνεργασίας των εμπλεκόμενων φορέων, που ακόμη κι αν έδιναν εντολές, αυτές δεν εκτελούνταν και τονίζεται «ότι ακόμη κι αν δεν υπήρχε η συγκεκριμένη πυρκαγιά με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά που την κατέστησαν στην εξέλιξή της καταστροφική, είναι βέβαιο, ότι η ίδια κατάσταση θα επικρατούσε και σε πιο απλά συμβάντα».

Παράλληλα, αναφέρεται ότι «από το περιεχόμενο των επικοινωνιών επιβεβαιώνεται η απόλυτη έλλειψη οργάνωσης και συντονισμού των πυροσβεστικών δυνάμεων, οι οποίες φαίνεται να λειτουργούσαν εντελώς συμπτωματικά και χωρίς κάποιον έστω στοιχειώδη σχεδιασμό για την αντιμετώπιση της συγκεκριμένης πυρκαγιάς».

Η Πυροσβεστική αρμόδια να εισηγηθεί προληπτική απομάκρυνση

Οι εισαγγελείς τονίζουν ότι η λήψη της απόφασης για την οργανωμένη απομάκρυνση των πολιτών , «αποτελεί ευθύνη των κατά τόπους δημάρχων οι οποίοι έχουν τον συντονισμό του έργου πολιτικής προστασίας ...Όταν η εξελισσόμενη ή επικείμενη καταστροφή μπορεί να επηρεάσει πάνω από ένα δήμο η απόφαση λαμβάνεται από το αρμόδιο Περιφερειάρχη ο οποίος μπορεί να εξουσιοδοτήσει σχετικώς τον οικείο αντιπεριφερειάρχη».

Ωστόσο είναι κατηγορηματικοί ότι «μόνος αρμόδιος για την εισήγηση του μέτρου της οργανωμένης προληπτικής απομάκρυνσης των πολιτών είναι ο εκάστοτε επικεφαλής αξιωματικός του πυροσβεστικού σώματος», ενώ υπογραμμίζουν ότι στην προκειμένη περίπτωση δεν μπορεί να τεθεί ζήτημα οργανωμένης απομάκρυνσης πολιτών.

Οι εισαγγελείς τάσσονται υπέρ της οργανωμένης προληπτικής εκκένωσης προτού οι φλόγες τυλίξουν το Μάτι, ωστόσο τονίζουν ότι  υπό προϋποθέσεις, ακόμη και η άτακτη εκκένωση θα ήταν προτιμότερη. «Ακόμη και αν δεν θεωρηθεί ότι ήταν εφικτή η οργανωμένη απομάκρυνση, είναι απολύτως βέβαιο ότι η κατάληξη θα ήταν εντελώς διαφορετική στην  περίπτωση που οι κάτοικοι των περιοχών είχαν ενημερωθεί από τους αρμόδιους φορείς -ενέργεια που αποτελεί βασική υποχρέωση από το θεσμικό πλαίσιο-, και είχαν πραγματική γνώση των περιστατικών και των συνθηκών», τονίζουν. 

Το γεγονός ότι οι κάτοικοι δεν ενημερώθηκαν ότι η φωτιά πλησιάζει  κόστισε ανθρώπινες ζωές, είναι η άποψη των εισαγγελέων.

ΑΝΑΡΤΗΘΗΚΕ 6-3-2019 από directNEWS.gr 


Τελευταία Δικαστικά